|
|
|
|
Ο Ιουστινιανός γεννήθηκε το 482 και κυβέρνησε από το 527 έως το
θάνατό του το 565. Το 518 έγινε κόμης των δομέστικων και πήρε
τον τίτλο του πατρικίου ενώ το 521 ανέλαβε το αξίωμα του
υπάτου,
πράγμα που τον βοήθησε να αποκτήσει κύρος και δύναμη
μέσα στους κύκλους της Πρωτεύουσας. Αργότερα έγινε ανώτατος
αξιωματικός της αυτοκρατορικής φρουράς. Το 527 ανακηρύχθηκε
συναυτοκράτορας και την ίδια χρονιά, με το θάνατο του Ιουστίνου,
απέμεινε μονοκράτορας. Η φυσική αντοχή του και ο ολιγόωρος ύπνος
τού χάρισαν το χαρακτηρισμό του "ακοίμητου βασιλιά" στην επιγραφή του
ναού των Αγίων Σέργιου και Βάκχου στην Kωνσταντινούπολη ή του "άρχοντος των δαιμόνων"
σύμφωνα με τον ιστορικό
Προκόπιο.
Ήταν άνθρωπος δεσποτικός, διέθετε
μεγάλη επιμονή, σύστημα και υπομονή για να πετύχει τους σκοπούς του.
Yπήρξε επίσης ιδιαίτερα δραστήριος και εργατικός, με καλούς τρόπους,
χωρίς να επιδίδεται σε ασυδοσίες, αλλά και αρκετά δύσπιστος. Το
πορτρέτο του αυτοκράτορα μας έχει σωθεί στον ψηφιδωτό διάκοσμο του
Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα (Iταλία) καθώς και σε νομίσματα της εποχής.
Στις 14 Nοεμβρίου του 565 ο Iουστινιανός πέθανε. Το μεγαλειώδες
πρόγραμμά του ήταν διαποτισμένο από το πνεύμα της παντοδυναμίας της
παλινορθωμένης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, καθώς και την προσπάθεια για
την επικράτηση της Ορθοδοξίας. Πολλοί ωστόσο ήταν εκείνοι που άσκησαν
αρνητική κριτική στο έργο του σε ό,τι αφορά στην οικονομία του κράτους,
καθώς θεώρησαν ότι οι μακροχρόνιοι πόλεμοι όπως και αρκετά από τα
μεγαλεπήβολα ανοικοδομητικά του έργα κόστισαν στο κράτος τεράστια
χρηματικά ποσά, αλλά και ότι δημιουργήθηκαν νέα προβλήματα στα βόρεια
και ανατολικά σύνορα, παράλληλα με τις εντάσεις που δημιουργήθηκαν με
τις ανατολικές επαρχίες. Παρόλα αυτά τόσο η αναδιοργάνωση του κράτους,
το νομοθετικό του έργο καθώς και η παλινόρθωση της ρωμαϊκής
αυτοκρατορίας, αλλά και η ακμή στις τέχνες και τα γράμματα
χαρακτηρίζουν τα τριάντα οκτώ χρόνια δημιουργικής βασιλείας του
Ιουστινιανού.
|
|
|