τα
χρόνια που ακολούθησαν μετά το 1453, ισχυρές ελληνικές οικογένειες της Κωνσταντινούπολης,
γόνοι κυρίως της υστεροβυζαντινής αριστοκρατίας, κατάφεραν να εκμεταλλευθούν
τον εκδιωγμό των λατίνων εμπόρων, που έλεγχαν το εξωτερικό εμπόριο της Πόλης,
και να αναδειχθούν στο διαμετακομιστικό εμπόριο της αυτοκρατορίας, στις πιστωτικές
συναλλαγές, κυρίως όμως, στο σύστημα ενοικίασης των φόρων.
Oι περιοχές του Γαλατά και του Kαφά, έγιναν γρήγορα το κέντρο της οικονομικής
ζωής των Ελλήνων της Πόλης. Αναλάμβαναν να μεταφέρουν δέρματα και σιτηρά από
τους σιτοβολώνες της Βλαχίας και της νότιας Ρωσίας στην Πόλη, η οποία είχε συνεχή
ανάγκη μεγάλης ποσότητας σιτηρών. Παράλληλα, ενεργοποιήθηκαν στο θαλάσσιο εμπόριο
της αυτοκρατορίας με τη δυτική Ευρώπη, ενώ εκμεταλλευόμενοι την ανάδειξή τους
στη διακυβέρνηση των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών στράφηκαν και στο εμπόριο των περιοχών
αυτών με την υπόλοιπη αυτοκρατορία και τη Δύση. Ως τα μέσα του 16ου αιώνα, απέκτησαν
τον έλεγχο και την εμπορική εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών σ' ολόκληρη
τη Βαλκανική, όπως μεταλλεία στη Σερβία και τη Μακεδονία ή αλυκές στην ανατολική
Pωμυλία.