Ο πατέρας του Ησιόδου4, που ζούσε από τη ναυσιπλοΐα,
μετανάστευσε λόγω ενδείας από την αιολική Κύμη (στη δυτική ακτή της
σημερινής Τουρκίας) και εγκαταστάθηκε στη βοιωτική Άσκρα, όπου γεννήθηκαν
ο Ησίοδος και ο αδερφός του ο Πέρσης. Ο Ησίοδος5 ονομάζει την Άσκρα
«δυστυχισμένο χωριό, το χειμώνα κακό, το καλοκαίρι ανυπόφορο, ποτέ καλό».
Με πολύ πιο λαμπερά χρώματα περιγράφει την περιοχή ο Παυσανίας6:
«Aνάμεσα στα βουνά της Eλλάδας ο Eλικώνας ξεχωρίζει για την ευφορία του
και για την αφθονία των καρποφόρων δέντρων· και οι θάμνοι της ανδράχνου
(βατομουριάς) παρέχουν στις κατσίκες πιο ευχάριστο καρπό παρά σ'
οποιοδήποτε άλλο τόπο».
Ο Ηγησίνος7 επίσης εξυμνεί στα ποιήματά του «την τοποθεσία της Άσκρης
που κατέχει τα ριζά του πλούσιου σε πηγές Eλικώνα».
Όταν ο Ησίοδος έβοσκε τα πρόβατά του στις πλαγιές του
Ελικώνα, του συνέβη κάτι το παράδοξο8: του εμφανίστηκαν οι Μούσες που
του έδωσαν ένα κλαδί δάφνης και του δίδαξαν να τραγουδάει όμορφα, έτσι
ώστε να μιλάει με θεσπέσια φωνή για τα περασμένα και τα μελλοντικά.
Ο Ησίοδος ακολούθησε το κάλεσμά τους, παρουσιάστηκε ως τραγουδιστής,
ως ραψωδός, όπως για παράδειγμα στους αγώνες προς τιμήν του νεκρού
βασιλιά Αμφιδάμαντα στη Χαλκίδα της Εύβοιας, όπου κέρδισε ένα χάλκινο
τρίποδα9, τον οποίο αφιέρωσε ως ευχαριστία στις Μούσες. Ο Ησίοδος έγινε
το πιο φημισμένο τέκνο της πόλης και οι κάτοικοι, για να εκφράσουν την
ευγνωμοσύνη τους, ανέγειραν αργότερα προς τιμήν του έναν ανδριάντα του
στο ιερό των Μουσών. Ο ανδριάντας10
ωστόσο δεν απεικονίζει τον Ησίοδο με
ένα κλαδί δάφνης παρά με μια κιθάρα στα γόνατα, παρόλο που αυτός δεν
απήγγελλε τα ποιήματά του με μουσική συνοδεία αλλά κρατώντας το κλαδί
δάφνης στο χέρι.
Σε επισκέπτες, όπως ο Παυσανίας11,
που 900 χρόνια
αργότερα επισκέφθηκε την κοιλάδα των Μουσών ψάχνοντας τα ίχνη του
Ησιόδου, οι κάτοικοι έδειχναν τον τρίποδα που λεγόταν πως κέρδισε ο
Ησίοδος ως έπαθλο στη Χαλκίδα, παρουσιάζοντάς τον ως τον αρχαιότερο
τρίποδα από τους εκεί βρισκόμενους. Επιπλέον, τους επιδείκνυαν στην
πηγή του Περμησσού μια φθαρμένη από την πολυκαιρία, μολύβδινη πλάκα,
με το κείμενό του Έργα και Ημέραι.
Ο Ησίοδος θεωρείται, μαζί με τον Όμηρο, ως ο πιο
σημαντικός επικός ποιητής της Προκλασικής περιόδου. Από τα έργα του
σώζονται η Θεογονία και το Έργα και Ημέραι. Σ' αυτόν αποδίδονται
επίσης τα αποσπάσματα από τις Ηοίες ή Γυναικών κατάλογοι, καθώς και
η Ασπίς12. Στη Θεογονία ο Ησίοδος κάνει μια επική περιγραφή της γένεσης
του κόσμου, ξεκινώντας από το Χάος, από τη Γαία και από τον Τάρταρο
και άλλες κοσμογονικές δυνάμεις. Έπειτα από έριδες εγκαθιδρύεται στο
τέλος η εξουσία του Δία, που εδραιώνεται με την τάξη, το δίκαιο και
την ηθική. Ο Δίας φέρνει άνθηση και ανάπτυξη, ευφορία και ευλογία,
υπακοή στους νόμους, ειρήνη, τις Χάριτες και τις Μούσες.
Το Έργα και Ημέραι είναι ένα διδακτικό έπος. Σύμφωνα
με μία πιθανώς φανταστική ιστορία, ο Ησίοδος και ο αδερφός του ο
Πέρσης ήρθαν σε νομική σύγκρουση για την κληρονομιά του πατέρα τους.
Μπορεί ο Ησίοδος να ήταν επηρεασμένος από κείμενα της Εγγύς Ανατολής,
όπου είναι συνηθισμένες τέτοιες ιστορίες, όπως για παράδειγμα η φιλονικία
μεταξύ των αδερφών, του «καλού» και του «κακού». Ο Ησίοδος παρουσιάζει
τον εαυτό του στο ποίημα ως χωρικό, που με τη γυναίκα του, τα παιδιά του
και τους υποτακτικούς του καλλιεργεί ένα δικό του αγρόκτημα. Δεν μπορεί
να ειπωθεί με σιγουριά το αν ο Ησίοδος ανήκε ο ίδιος σ' αυτή την τάξη
των χωρικών ή αν στο έργο αυτό διάλεξε τον κόσμο των χωρικών ως θέμα του,
παρατηρώντας τον από μια ανώτερη κοινωνική θέση. Ωστόσο, κάνει εντύπωση
το ότι το δεύτερο μεγάλο έργο του, η Θεογονία, δε χαρακτηρίζεται από αυτό
το αγροτικό υπόβαθρο.
4. Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, 633-638.
5. Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, 639-640.
6. Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, ΙΧ.28.1.
7. Ηγησίνος στον Παυσανία, Ελλάδος περιήγησις, ΙΧ.29.1. Για τη διαφορετική
αυτή θεώρηση πβ. Wallace, P.W., «Hesiod and the Valley of the Muses»,
Greek, Roman and Byzantine Studies 15 (1974), 6-9 και Fossey, J.M.,
Topography and population of ancient Boiotia 1, Chicago 1988, 144.
8. Ησίοδος, Θεογονία, 22-35.
9. Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, 645-659. Οι μπρούτζινοι τρίποδες δε χρησιμοποιούνταν
μόνο ως έπαθλα σε μουσικούς αλλά και σε άλλου είδους διαγωνισμούς, όπως
διακρίνεται σε μια λεπτομέρεια του αγγείου Francois καθώς και στην απεικόνιση
ασπίδας του 6ου αιώνα π.Χ.
10. Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, ΙΧ.30.3. Για τους πολυάριθμους ανδριάντες
στο ιερό των Μουσών, που εν μέρει σμιλεύτηκαν από ξακουστούς γλύπτες,
όπως ο Κηφισόδοτος και ο Λύσιππος, πβ. Παυσανίας, ό.π. ΙΧ.29.5-6 και 30.1-31.2.
11. Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, ΙΧ.31.3-4.
12. Ήδη από την αρχαιότητα ήταν αμφισβητούμενη η προέλευση συγκεκριμένων
έργων (Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, ΙΧ.31.4-5). Μια συλλογική έκδοση
προσφέρουν οι Solmsen, F., Merkelbach, R. και West, M.L., Hesiodi
Theogonia, Opera et dies, Scutum, Fragmenta selecta, Oxford 1970
και η Evelyn-White, H.G., Hesiod, the Homeric Hymns and Homerica
(έκδοση με αγγλική μετάφραση), Cambridge, Massachusetts, London 1914.
|