tan zi mat



Περιεχόμενα κεφαλαίου
Oι μεταρρυθμίσεις πριν από το Τανζιμάτ: Σελίμ Γ' και Μαχμούτ Β'

Η απόπειρα του Σελίμ (1789-1807) να αναδιοργανώσει το στράτευμα με την ίδρυση ενός τακτικού στρατού ευρωπαϊκού τύπου, του νιζάμι τζεντίτ (nizam-i cedid), συνάντησε την αντίδραση των γενιτσάρων[1] και τελικά κόστισε στο σουλτάνο το θρόνο και τη ζωή του. O Σελίμ απέτυχε επίσης να ελέγξει τη δράση των αγιάν (ayan), ισχυρών τοπαρχών που αντλούσαν τη στρατιωτική και την οικονομική τους δύναμη περισσότερο από τους δεσμούς που είχαν με την τοπική κοινωνία και λιγότερο από τη βούληση της Πύλης.[2] O Μαχμούτ (1808-1839) υποχρεώθηκε αμέσως μετά την άνοδό του στο θρόνο να συνάψει με τους αγιάν μια συμφωνία που εξασφάλιζε την ηγετική θέση των τελευταίων στις επαρχίες. Κατάφερε όμως μέσα στα είκοσι ένα χρόνια της βασιλείας του να ανατρέψει τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων. Παρά το γεγονός ότι αυτή την εποχή η Aυτοκρατορία υπέστη βαριά πλήγματα, όπως την ανακήρυξη της Σερβίας σε αυτόνομη ηγεμονία και της Eλλάδας σε ανεξάρτητο κράτος, δύο ήττες σε ισάριθμους ρωσοτουρκικούς πολέμους και δύο ατυχείς αναμετρήσεις με τον αιγύπτιο υποτελή της Μοχάμετ Αλί, η κεντρική εξουσία στερεώθηκε και τέθηκαν οι βάσεις ενός συγκεντρωτικού διοικητικού μηχανισμού. O Μαχμούτ πρώτα καθυπέταξε τους αγιάν και τους ανάγκασε να δεχτούν την πρωτοκαθεδρία της Πύλης και κατόπιν, στα 1826, διέλυσε βίαια το γενιτσαρικό σώμα. Μ' αυτόν τον τρόπο όχι μόνο παραμέρισε μια σημαντική εστία αντίδρασης κατά των στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά εξαφάνισε το μοναδικό θεσμό που εξέφραζε το "λαϊκό αίσθημα" των μουσουλμάνων των αστικών κέντρων. Πράγματι, οι γενίτσαροι είχαν από καιρό διεισδύσει στις συντεχνίες[3] και είχαν συμβάλει με το κύρος τους στην ισχυροποίηση των τελευταίων μέσω μονοπωλιακών παραχωρήσεων.[4] Η διάλυση των γενιτσάρων άνοιγε λοιπόν το δρόμο για την καθυποταγή των συντεχνιών ως κοινωνικών συσσωματώσεων και ως θεσμού με προνομιακή θέση στην οργάνωση της παραγωγής και της αγοράς, προς όφελος της κεντρικής εξουσίας και του διεθνούς εμπορίου. Η αγγλο-οθωμανική συνθήκη του 1838, που επέβαλε το φιλελευθερισμό στο εμπόριο της Aυτοκρατορίας με την Eυρώπη, ήταν ακόμη ένα βήμα στην ενσωμάτωση της οθωμανικής οικονομίας στη διεθνή αγορά.


Κατά τη διάρκεια της πρώιμης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, το γόητρο της Αυτοκρατορίας επλήγη από διάφορα γεγονότα στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, όπως οι ατυχείς αναμετρήσεις με τον πανίσχυρο άντρα της Αιγύπτου, το Μοχάμετ Αλί.


Φωτογραφία (.jpg, 12kB) Προσωπογραφία του Μοχάμετ Αλί, 1840.
Λάδι σε μουσαμά, 93x76 εκ.
Έργο του A. Couder.
Chateaux de Versailles et de Trianon, MV 4845.
© Photo RMN - Gerard Blot.
[1] Γενίτσαροι:
Στρατιωτικό σώμα που υπαγόταν άμεσα στο σουλτάνο, προερχόμενο από αγόρια χριστιανικών οικογενειών που συλλέγονταν από τον πληθυσμό με τη μέθοδο του "παιδομαζώματος" (ντεβσιρμέ-devsirme) και εξισλαμίζονταν. Κατά το 18ο αιώνα, οπότε η πρακτική του ντεβσιρμέ είχε ήδη εγκαταλειφτεί, οι γενίτσαροι είτε αναπαράγονταν εσωτερικά είτε στρατολογούνταν από το μουσουλμανικό αστικό πληθυσμό της Αυτοκρατορίας. Καθώς η ιδιότητα του γενίτσαρου σήμαινε όχι μόνο δικαίωμα μισθοδοσίας αλλά και φορολογική ασυδοσία, ένα μεγάλο μέρος των μουσουλμάνων κατοίκων των βαλκανικών πόλεων κατέληξε το 18ο αιώνα να είναι απαλλαγμένο από τους φόρους λόγω εγγραφής στον κατάλογο των γενίτσαρων.
[3] Συντεχνίες:
Οργανώσεις επαγγελματιών της πόλης, κυρίως τεχνιτών, με φορολογικές και διοικητικές αρμοδιότητες εντός των ορίων κάθε επαγγέλματος. Οι συντεχνίες, συχνότερα οργανωμένες ανά θρήσκευμα αλλά ενίοτε και μικτές, είχαν συγκεκριμένη διοικητική ιεραρχία που προέκυπτε με αρχαιρεσίες ανάμεσα στα μέλη τους. Βασική αποστολή τους ήταν η συλλογή των φόρων που ανήκαν στο κράτος, ο έλεγχος της διαδικασίας παραγωγής και η διαφύλαξη του επαγγελματικού ήθους. Το 18ο αιώνα οι συντεχνίες απέκτησαν μεγαλύτερη ανεξαρτησία έναντι της αποδυναμωμένης κεντρικής διοίκησης και άρχισαν να παίζουν σημαντικό ρόλο στη διοίκηση της κοινότητας.
[2] Πύλη (ή Υψηλή Πύλη):
Ονομασία της οθωμανικής κυβέρνησης από την πύλη στην είσοδο του κτιριακού συμπλέγματος που στέγαζε τις κεντρικές διοικητικές υπηρεσίες της Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη.
[4] Μονοπώλια:
Μονοπωλιακή εμπορία ή χρήση κάποιου προϊόντος ως πρώτης ύλης προς όφελος του κράτους ή κάποιας επαγγελματικής ομάδας.

Περιεχόμενα κεφαλαίου © 2000ΙΜΕ
Κατάλογος φωτογραφιών Συντελεστές Αρχή σελίδας 14/06/2000