Μια του ναύτη, δυο του ναύτη...
Τρεις κατακόρυφες σειρές κουπιά κινούσαν -εκτός από τα πανιά- το αρχαίο ελληνικό πλοίο. Γι' αυτό ονομάστηκε τριήρης. Είχε μήκος 37 και πλάτος 6 περίπου μέτρα. Το πλήρωμά του αποτελούσαν 200 περίπου άνδρες, από τους οποίους οι 170 ήταν κωπηλάτες, οι 5 αξιωματικοί, οι 14 ναύτες και οι υπόλοιποι γενικών καθηκόντων.

Τριώροφοι...κωπηλάτες !
Η κατώτερη ζώνη των κωπηλατών ονομαζόταν θάλαμος και όσοι ανήκαν σε αυτήν θαλαμίτες. Βρισκόταν 45 μόλις εκατοστά πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας! Ακολουθούσε η μεσαία ζώνη με τους ζυγίτες και η ανώτερη ζώνη με τους θρανίτες. Οι τελευταίοι κάθονταν πίσω και λίγο πιο ψηλά από τους ζυγίτες. Τα κουπιά είχαν μήκος 3, ή ακόμη και 4 μέτρα!

Πως "χτιζόταν" μια τριήρης;
Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν να εξασφαλισθεί η κατάλληλη ξυλεία, συνήθως από τα δάση κωνοφόρων της Μακεδονίας και της Θράκης. Στην αρχή έφτιαχναν το σκελετό του πλοίου, με δοκάρια. Έπειτα κάρφωναν πάνω σε αυτά τις σανίδες, που σχημάτιζαν την καρίνα. Τα μεταλλικά καρφιά, οι αρμοί και οι σύνδεσμοι τοποθετούνταν πολύ κοντά ο ένας με τον άλλο, για να γίνει η κατασκευή όσο το δυνατόν πιο στέρεα. Όταν το σκάφος έμπαινε στη θάλασσα, τα ξύλα "έπιναν νερό" και "έδεναν" μεταξύ τους.

Εν πλω
Οι τριήρεις έπλεαν κυρίως με τη βοήθεια των ανέμων. Είχαν δύο κατάρτια, που το καθένα τους στήριζε από ένα πανί. Το ψηλότερο βρισκόταν περίπου στο κέντρο του πλοίου, ενώ το άλλο βρισκόταν στο πίσω μέρος και στήριζε το πανί που χρησιμοποιούνταν για τις μανούβρες. Η καρίνα των πολεμικών πλοίων ήταν επίπεδη, ενώ των εμπορικών στρογγυλή, για να δημιουργούνται περισσότεροι χώροι αποθήκευσης των εμπορευμάτων. Το πηδάλιο βρισκόταν στην πρύμνη.

"Μάτια" στην πλώρη
Κάθε τριήρης είχε ένα έμβολο, για να επιτίθεται και να τρυπά τα εχθρικά πλοία. Στην πλώρη τους, που συνήθως το σχήμα της έμοιαζε με κεφάλι ζώου, υπήρχε ζωγραφισμένο ένα μεγάλο μάτι, για να διώχνει το κακό. Η μέγιστη ταχύτητα που μπορούσαν να πιάσουν, υπολογίζεται ότι ξεπερνούσε τους 8 κόμβους. Όταν οι τριήρεις ήταν αραγμένες, τα κατάρτια και τα πανιά τους αφαιρούνταν και φυλάσσονταν σε ειδικές αποθήκες των λιμανιών.

Εεεε...οπ, εεεε...οπ!
Οι κωπηλάτες έπιαναν δουλειά κυρίως κατά τη διάρκεια των μαχών. Ήταν άντρες χεροδύναμοι και άριστα εκπαιδευμένοι. Μπορούσαν να πραγματοποιούν με ακρίβεια δύσκολους ελιγμούς, όπως, για παράδειγμα, πλήρη αναστροφή του σκάφους. Επειδή η έκβαση μιας ναυμαχίας εξαρτιόνταν σε μεγάλο βαθμό από την καλή φυσική κατάσταση και τη δεξιοτεχνία του πληρώματος, συχνά γίνονταν ναυτικά γυμνάσια.

[Επιστροφή]