Είμαι η Λευκή Πεταλούδα, η προορισμένη να ζήσω μόλις
τρεις μέρες από τη στιγμή που θα τρυπήσω το μεταξένιο μου κουκούλι. ΙΜΕάκια, φιλαράκια μου, σας προσκαλώ να με ακολουθήσετε σε ένα συναρπαστικό ταξίδι
στο δρόμο του μεταξιού!
Τσάι με κουκούλι!
Μια φορά κι έναν καιρό, το 2690 π.Χ. περίπου, στη μακρινή Κίνα, η όμορφη πριγκίπισσα Σι-Λιγκ-Τσι κατέβηκε στον κήπο του παλατιού της για να πιει το τσάι της. Διάλεξε την πιο φουντωτή μουριά του κήπου της και κάθισε στον ίσκιο της, για να απολαύσει το ρόφημά της. Ξαφνικά, ένα μικρό στενόμακρο μπαλάκι έπεσε μέσα στο φλιτζάνι της με το βραστό νερό. Προσπάθησε να το τραβήξει έξω και είδε με έκπληξη ότι τραβούσε μια μακριά και πολύ ανθεκτική κλωστή. Είχε βρει, όπως μαντέψατε, την άκρη του νήματος και το κουκούλι του μεταξοσκώληκα άρχισε να ξετυλίγεται. Ποτέ άλλοτε δεν ψάρεψε κανείς ένα θησαυρό μέσα σε μια κούπα τσάι! Γι' αυτό ο λαός της ανακήρυξε την όμορφη πριγκίπισσα «θεά της μουριάς και του μεταξιού» και προστάτιδα της σηροτροφίας. Η αρχή της τέχνης της μεταξουργίας, προνόμιο και επτασφράγιστο μυστικό των Κινέζων για είκοσι περίπου αιώνες, ταυτίστηκε με το μύθο της.
Τα βρήκαν... μπαστούνια
Ποιοι; Μα οι Κινέζοι, με το ελληνικό δαιμόνιο! Μη μου πείτε ότι δεν έχετε ακούσει την περίφημη ιστορία για το πώς δύο πανέξυπνοι καλόγεροι-κατάσκοποι έκλεψαν, με εντολή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, το μυστικό του μεταξιού από τους Κινέζους! Παράλληλα με τη διάδοση του Χριστιανισμού στους λαούς της μακρινής Ανατολής, ο αυτοκράτορας τους είχε αναθέσει να μάθουν τα πάντα για το μετάξι, με μεγάλη προσοχή και μυστικότητα, γιατί οι Κινέζοι δεν αστειεύονταν: το εμπόριο μεταξιού ήταν γι' αυτούς μονοπώλιο και πηγή πλούτου και όποιος διέρρεε στοιχεία και πληροφορίες για την τέχνη της σηροτροφίας τιμωρούνταν με θάνατο. Έτσι οι καλόγεροί μας κατέφυγαν στο κόλπο των κούφιων μπαστουνιών, έκρυψαν
σ' αυτά τα αυγά του μεταξοσκώληκα και τους σπόρους της μουριάς, με τα φύλλα της οποίας τρέφεται το θαυμαστό αυτό έντομο, και μετέφεραν μια χαρά στο Βυζάντιο το μυστικό.
Ο δρόμος του μεταξιού
Επειδή, ωστόσο, εσείς τα ΙΜΕάκια δεν αρκείστε μόνο σε όσα αναφέρουν οι πηγές, αλλά ψάχνετε και τις αποδείξεις που θεμελιώνουν κάθε γνώση, θα σας το μαρτυρήσω: στην πραγματικότητα η τέχνη της μεταξουργίας διέρρευσε χάρη σε κάποιους ανθρώπους που ταξίδευαν ανταλλάσσοντας εμπορεύματα, ιδέες, γνώσεις και στοιχεία των πολιτισμών των λαών που γνώριζαν στα ταξίδια τους. Ο λεγόμενος «δρόμος του μεταξιού» διέσχιζε την Ασία απ' άκρη σ' άκρη, συνδέοντας την Κίνα και το οροπέδιο του Θιβέτ με την Περσία, την Αραβία, το Βυζάντιο και τις χώρες της Ευρώπης. Έμποροι και εξερευνητές, μοναχοί και πολέμαρχοι, βασιλιάδες, αλλά και απλοί άνθρωποι που πάλευαν για την επιβίωση, συναντιόνταν σε αυτό το δρόμο του κινδύνου και της περιπέτειας. Θυμηθείτε το Μέγα Αλέξανδρο ή το Μάρκο Πόλο. Από τον 1ο αιώνα π.Χ. και για 1.600 χρόνια ο δρόμος του μεταξιού έφερνε σε επικοινωνία την Ανατολή και τη Δύση του τότε γνωστού κόσμου.
Ποια είναι άξια για τα μετάξια;
Ποιες ή ποιοι άραγε φορούσαν τα μεταξωτά; Η απάντηση είναι ίδια για όλες τις εποχές: αυτές και αυτοί που μπορούσαν να τα πληρώσουν! Γιατί το αυθεντικό μετάξι ήταν και είναι είδος πολυτελείας και κόστιζε ακριβά. Να φανταστείτε ότι στα Ρωμαϊκά και Βυζαντινά χρόνια φορούσαν μεταξωτά ρούχα μόνο ο αυτοκράτορας (τη λεγόμενη «πορφύρα»), κάποιοι υψηλοί αξιωματούχοι και οι κυρίες της αριστοκρατίας. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τιβέριος μάλιστα, προσπαθώντας να στηλιτεύσει το κύμα νεοπλουτισμού και... μεταξομανίας στην εποχή του, κατήγγειλε: «...τα χρήματά μας στέλνονταν σε ξένες χώρες, ακόμη και στους εχθρούς μας, για να προμηθευτούμε ψευτοπράγματα». Την άποψή του, ωστόσο, δε συμμερίζονταν καθόλου οι κυρίες της αυλής, που λάτρευαν τα μεταξωτά φορέματα και συναγωνίζονταν η μία την άλλη σε κομψότητα. Στα νεότερα χρόνια, στην Ευρώπη, ονομαστά κέντρα παραγωγής μεταξιού υπήρξαν κατά καιρούς η Κωνσταντινούπολη, η Τραπεζούντα, η Θεσσαλονίκη, η Προύσα και το Σουφλί, ενώ το Μάντσεστερ, η Λυόν, η Κολονία και το Μιλάνο υπήρξαν κυρίως κόμβοι επεξεργασίας και διακίνησης.
Το μετάξι θέλει τάξη
Εγώ, η Λευκή Πεταλούδα, δεν ήμουν πεταλούδα από την αρχή της ζωής μου. Πρέπει να ξέρετε ότι όταν γεννιόμαστε είμαστε μικροσκοπικοί «μεταξόσποροι», τα αυγά δηλαδή του μεταξοσκώληκα, μεγέθους όχι μεγαλύτερου από το κεφάλι μιας καρφίτσας. Η ιστορία της ζωής μας είναι διαφορετική όταν ζούμε στη φύση και διαφορετική όταν γεννιόμαστε σε σηροτροφείο. Ένας φίλος μου που γεννήθηκε σε σηροτροφείο εκκολάφθηκε ύστερα από 12-15 μέρες, μέσα στο ειδικό «κουτί» με άλλα 20.000 αυγά περίπου, στις ιδανικές για εκείνα συνθήκες θερμοκρασίας, υγρασίας και φωτισμού. Ήταν ένας μαυριδερός μεταξοσκώληκας μεγέθους τριών περίπου χιλιοστών και αμέσως τον απόθεσαν στα ειδικά «κρεβάτια» του σηροτροφείου. Εκεί τον τάιζαν με ψιλοκομμένα φύλλα μουριάς έξι φορές το εικοσιτετράωρο. Πέρασε, όπως κι εγώ, από πέντε διαφορετικά στάδια («ηλικίες»), ώσπου να μεγαλώσει και να υφάνει το κουκούλι του και στους ενδιάμεσους χρόνους έπεφτε σε «ύπνο». Κατά τη διάρκεια του «πρώτου ύπνου» κάθε άλλο παρά κοιμόταν: στην πραγματικότητα άλλαζε πουκάμισο (δέρμα), γιατί το παλιό δεν τον χωρούσε. Η διάρκεια της εκτροφής του ήταν 30 μέρες. Μετά άρχισε το «κλάδωμα». Οι σηροτρόφοι τοποθέτησαν στα «κρεβάτια» κλαδιά πουρναριού κι εκεί σκαρφάλωσε για να πλέξει το κουκούλι του. Έχει δυο μεταξογόνους αδένες κι από εκεί έβγαλε τη μεταξοκλωστή με την οποία ύφανε τη φωλιά του, μέσα σε απόλυτη ησυχία και σκοτάδι. Η μεταξοκλωστή μας έχει μήκος 2.000 μέτρα περίπου και την υφαίνουμε σε οχτάρια, από έξω προς τα μέσα.
Στη φύση
Εγώ που ζούσα στη φύση, σε 5-10 ημέρες μετά τη δημιουργία του κουκουλιού, άρχισα σταδιακά να μεταμορφώνομαι μέσα σε αυτό. Στην αρχή έγινα χρυσαλλίδα και έπειτα Λευκή Πεταλούδα. Τρύπησα το κουκούλι μου και πέταξα προς την ελευθερία, όπου μοναδικός μου σκοπός είναι να ζευγαρώσω και να γεννήσω τα περίπου 600 αυγά μου. Η διαδικασία αυτή διαρκεί τρεις μέρες. Μετά θα πεθάνω και η ιστορία του μεταξοσκώληκα θα ξαναρχίσει από την αρχή.
Στο σηροτροφείο
Για το φίλο μεταξοσκώληκα που ζει σε σηροτροφείο τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά. Οχτώ περίπου μέρες μετά το πλέξιμο των κουκουλιών, οι εργάτριες τα «ξεκλαδώνουν», τα μαζεύουν δηλαδή από τα κλαδιά με προσοχή και τα βάζουν σε καλάθια. Ακολουθεί η διαδικασία της «απόπνιξης», του ψησίματος των κουκουλιών σε ειδικούς φούρνους, με στόχο να θανατωθούν οι χρυσαλλίδες και να μην προλάβουν να τα τρυπήσουν. Μετά, έχουμε τον καθαρισμό, τη διαλογή και την «αναπήνιση» ή ξετύλιγμα της κλωστής από το κουκούλι, με τη βοήθεια ζεστού νερού (θυμηθείτε την Κινέζα πριγκίπισσα του μύθου), για να φύγει η φυσική της κόλλα, και μιας ειδικής βούρτσας, ώστε να βρεθεί η αρχή του νήματος πιο εύκολα. Τέλος, τα νήματα ξαναμαζεύονται σε μασούρια, καθαρίζονται από τυχόν εξογκώματα, «ζευγαρώνονται» για να προκύψει ακόμη πιο ανθεκτική κλωστή και είναι έτοιμα για ύφανση. Παλαιότερα τα μεταξωτά νήματα βάφονταν μόνο με φυτικά χρώματα, σήμερα τον πρώτο λόγο έχουν οι χημικές βαφές. Εξάλλου, είναι πλέον πολύ εύκολο να βρεις προϊόντα από ρεγιόν και νάιλον νήματα, δηλαδή τεχνητό μετάξι τα οποία είναι πολύ πιο φτηνά από το αυθεντικό, αλλά φυσικά και πολύ κατώτερης ποιότητας.
|