Η σημασία της Βοιωτίας, κατά την εποχή της μυκηναϊκής ισχύος και εξάπλωσης στην ανατολική Μεσόγειο, προκύπτει κυρίως από το πλήθος των δεδομένων που ήλθαν στο φως στη Θήβα. Την εποχή αυτή ο πυκνός πολεοδομικός ιστός του οικισμού κατελάμβανε στο σύνολό της την πιο ευρύχωρη μυκηναϊκή ακρόπολη. Η κυκλώπεια οχύρωση, που έζωνε την απιόσχημη ακρόπολη, έχει αποκαλυφθεί σε διάφορα σημεία της περιμέτρου του αναγλύφου της. Το πάχος των θεμελίων του τείχους διέφερε ανάλογα με τη διαμόρφωση του εδάφους, όπως και σε άλλες οχυρώσεις του τύπου αυτού. Σε ολόκληρο τον τειχισμένο χώρο της Καδμείας ανευρίσκονται κτήρια με σαφή ανακτορικό χαρακτήρα ενώ στο κέντρο περίπου της ακρόπολης τοποθετείται το κύριο ανακτορικό συγκρότημα το οποίο σε ελάχιστα μέρη του έχει ανασκαφεί. Από τα ελάχιστα γνωστά, σε σχέση με το μέγεθός του, αρχιτεκτονικά κατάλοιπα προκύπτει μέγιστο πλάτος του συγκροτήματος, περί τα 62μ., ενώ το μήκος του εικάζεται, ότι υπερέβαινε τα 100, και ήταν ίσως διπλάσιο του ανακτόρου του Εγκλιανού.
Πιο συγκεκριμένα από το κύριο ανακτορικό συγκρότημα των Θηβών, που βρίσκεται κάτω από το εμπορικό κέντρο της πόλης έχει μέχρι τούδε (2012) ανασκαφεί τμήμα της ΒΑ γωνίας του, όπου εντοπίστηκε «Θησαυροφυλάκιο» και «Πιθεώνας», καθώς και χώροι με δάπεδο από κονίαμα στην προς νότο συνέχειά τους. Στη δυτική πλευρά του ίδιου συγκροτήματος εντοπίστηκε εγκατάσταση για την επεξεργασία του μαλλιού, όπως προκύπτει από τα κείμενα μικρής ομάδας πινακίδων Γραμμικής Β με αναφορές σε διανομή μαλλιού σε εργαστήρια και ιερά. Κείμενα Γραμμικής Β, σε πινακίδες και πήλινα σφραγίσματα, βρέθηκαν επίσης στο Θησαυροφυλάκιο και στο Δωμάτιο των Πίθων. Στους χώρους αυτούς η απρόσμενη και ξαφνική καταστροφή άφησε πίσω της κατάλοιπα από πολύτιμα ευρήματα, τα οποία παρέχουν το μέτρο της ισχύος των Θηβαίων ανάκτων λίγο πριν την πτώση τους. Πρόκειται για αντικείμενα που δείχνουν την ισχύ και τον πλούτο του ανακτόρου και των παραρτημάτων του και παράλληλα την άσκηση των ευγενών τεχνών και τη δημιουργία γόνιμων επαφών μεταξύ της Θήβας και της Βοιωτίας και των παραλίων της ανατολικής Μεσογείου. Στα τέχνεργα αυτά συγκαταλέγονται, τα άφθονα κοσμήματα από χρυσό, ελεφαντόδοντο, υαλόμαζα, λαζουρίτη και άλλες ημιπολύτιμες πέτρες (αχάτη, όνυχα, κορναλίνη και ορεία κρύσταλλο), οι σφραγίδες και οι εισηγμένοι σφραγιδοκύλινδροι.
Σε ανακτορικά κτήρια της Καδμείας, που θεωρούνται συνήθως παραρτήματα (ενδιαιτήματα, αποθήκες και εργαστήρια) του κύριου ανακτορικού συγκροτήματος, βρέθηκαν, εκτός των άλλων, εντυπωσιακές τοιχογραφικές συνθέσεις, γνωστές επίσης και από τον Ορχομενό και το Γλά. Η σχέση τους με αντίστοιχες των ανακτόρων της Πελοποννήσου μαρτυρεί την κίνηση τεχνιτών και ιδεών στον ελλαδικό χώρο και επιπλέον θέτει ερωτήματα για την πολιτική ενότητα του μυκηναϊκού κόσμου στην περίοδο της ακμής και της επέκτασης των επαφών του στην ανατολική Μεσόγειο.
Βασίλειος Αραβαντινός