Ο εξοπλισμός του αγωνίσματος του δρόμου
Οι αγώνες δρόμου γίνονταν στο Στάδιο, το μήκος του οποίου ποίκιλλε
από πόλη σε πόλη, αφού διέφερε ο πους που χρησιμοποιούνταν
ως μονάδα μέτρησης. Για παράδειγμα, το Στάδιο στην Ολυμπία είχε
μήκος 192,28 μέτρα (600 πόδια), στους Δελφούς 177,5 και στην Αθήνα 184,96.
Ένας ισόπεδος χώρος δίπλα σε λόφους ή σε πλαγιές τους αποτελούσε
τη συνήθη επιλογή για την κατασκευή ενός Σταδίου. Αρχικά, η αφετηρία
και το τέρμα του στίβου καθορίζονταν από απλές γραμμές χαραγμένες
στο χώμα. Από τον 5ο αι. π.Χ., στα σημεία αυτά τοποθετήθηκαν οι
βαλβίδες, δηλαδή μόνιμες μακρόστενες λίθινες πλάκες με
σκαλισμένες κατά μήκος δύο παράλληλες εγκοπές. Οι θέσεις των δρομέων
διαχωρίζονταν από πασσάλους τοποθετημένους σε κοιλότητες. Στην Ύστερη
Κλασική εποχή επινοήθηκε μία μηχανή άφεσης, η ύσπληξ, που βασίστηκε
στην τεχνολογία του καταπέλτη. Θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει μία
σημαντική μεταβολή στους αγώνες δρόμου, εφόσον εξασφάλιζε την ταυτόχρονη
εκκίνηση όλων των αθλητών, αποκλείοντας έτσι οποιαδήποτε μεροληψία
από πλευράς κριτών. Στα αγωνίσματα δρόμου με μήκος μεγαλύτερο του
σταδίου το σημείο στροφής οριζόταν από πάσσαλο ή κιονίσκο και ονομαζόταν
καμπτήρ.
Όσον αφορά τους δρομείς, αρχικά φορούσαν ένα κομμάτι ύφασμα γύρω από τη μέση τους. Αργότερα, αυτό εγκαταλείφθηκε και οι αθλητές έτρεχαν εντελώς γυμνοί. Μόνη εξαίρεση ήταν ο οπλίτης δρόμος, στον οποίο οι αθλητές φορούσαν κράνος και κνημίδες και κρατούσαν ασπίδες. Ωστόσο, τον 5ο αι. π.Χ. καταργήθηκαν οι κνημίδες και μετά τον 4ο αι. π.Χ. και το κράνος, οπότε οι δρομείς έτρεχαν μόνο με τη βαριά ξύλινη, επενδυμένη με χαλκό, ασπίδα.
|