Γυμναστική και εκπαίδευση
Η σχέση ανάμεσα στον κόσμο του παιχνιδιού και της φυσικής αγωγής
ήταν ένα από τα κύρια ζητήματα του 19ου αιώνα. Τις παραμονές του
1896, η γυμναστική θεωρούνταν το εκπαιδευτικό μέσο που ανέπτυσσε
τις σωματικές ικανότητες του ανθρώπου. Η ιστορική εικόνα αυτής της
περιόδου δείχνει ότι η γυμναστική και τα σύγχρονα αθλήματα είχαν
θεσμοθετηθεί και ως πρακτική απείχαν πολύ το ένα από το άλλο.
Το ζήτημα της γυμναστικής ήταν παλαιότερο και ξεκίνησε από τη Γερμανία, με τη γυμναστική στραμμένη στο ευρύ κοινό και με έντονο εκπαιδευτικό και στρατιωτικό χαρακτήρα. Τα σύγχρονα αθλήματα, από την άλλη, ήταν μεταγενέστερα και είχαν τις ρίζες τους στην Αγγλία. Απευθύνονταν στην αριστοκρατία και είχαν πρωταρχικό στόχο την ψυχαγωγία και το συναγωνισμό. Ωστόσο, από το 1896 η γυμναστική και τα σύγχρονα αθλήματα άρχισαν να συγκλίνουν.
Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το 1833, η γυμναστική εντάχθηκε στο ωρολόγιο πρόγραμμα των σχολείων με συχνότητα δύο φορές την εβδομάδα. Εντούτοις, η διδασκαλία του συγκεκριμένου μαθήματος έγινε πραγματικότητα πολύ αργότερα, μόλις στη δεκαετία του 1880. Στη δεκαετία του 1830 δημοσιεύτηκε και το πρώτο ελληνικό βιβλίο με θέμα τη γυμναστική, η οποία τότε ήταν στενά συνδεδεμένη τόσο με τη φυσική όσο και με την ηθική αγωγή των νέων. Σύμφωνα με το συγγραφέα του εγχειριδίου Γ. Πάγωνα, Έλληνα παιδαγωγό και ενθουσιώδη υποστηρικτή της γυμναστικής, η ένταξή της στην εκπαίδευση σκόπευε στη διανοητική και ηθική ανάπτυξη των νέων. Θεωρούνταν άσκηση για την αντιμετώπιση των ηθικών και υλικών εμποδίων και για το ξεπέρασμα δυσκολιών και προβλημάτων. Ο συγκεκριμένος προσανατολισμός συντέλεσε στο να αποβεί η γυμναστική χρήσιμη για την κοινωνική ένταξη του ατόμου. Μέσα από την ανάπτυξη του αθλητικού πνεύματος, οι νέοι μάθαιναν να υπακούνε στους κανόνες. Μάθαιναν επίσης την αξία της πειθαρχίας και του συναγωνισμού, δύο έννοιες στενά συνδεδεμένες με το σύγχρονο κοινωνικό σχήμα. Οι αθλητικοί αγώνες χρησιμοποιήθηκαν για να ενδυναμώσουν τα πατριωτικά αισθήματα όσων έπαιρναν μέρος, μέσα από τη συντροφικότητα και τη συμμετοχή στα ίδια αγωνίσματα, την υπακοή στους ίδιους κανόνες και την αναγνώριση της ίδιας εξουσίας. Η γυμναστική και οι αθλητικοί αγώνες αποτελούσαν επιπλέον μέσο διαχείρισης και ελέγχου του ελεύθερου χρόνου των νέων.
|