|
|
|
Σχέσεις με Γένουα-Βενετογενουατικός πόλεμος
τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του
Ιωάννη Στ'
Καντακουζηνού τη βυζαντινή αυτοκρατορία αποτελούσαν εκτός από την Κωνσταντινούπολη,
η Φιλαδέλφεια στη Μικρά Ασία, οι βυζαντινές κτήσεις στο Μοριά, η Θράκη,
λίγα νησιά στο Αιγαίο Πέλαγος, μερικές παράλιες πόλεις της Μικράς Ασίας και
η Θεσσαλονίκη. Για να διατηρήσει τον έλεγχο πάνω στις περιοχές
αυτές, αλλά και για να απαλλάξει την αυτοκρατορία από την
οικονομική εξάρτηση των
ιταλικών ναυτικών δυνάμεων
και ιδιαίτερα της Γένουας, που ήταν η κυρίαρχη εμπορική δύναμη στις βυζαντινές θάλασσες
και είχε επιπλέον αποσπάσει από τους Βυζαντινούς τη Χίο το 1346, πήρε
δύο μέτρα: προέβη στην κατασκευή στόλου και μείωσε τους δασμούς των
πλοίων που κατέπλεαν στην Κωνσταντινούπολη. Τα μέτρα όμως αυτά
του Καντακουζηνού και ειδικά η ναυπήγηση στόλου φάνηκαν επικίνδυνα
στους Γενουάτες που φοβήθηκαν ότι θα έχαναν με αυτόν τον τρόπο τα
προνόμιά τους. Ξέσπασε έτσι πόλεμος μεταξύ Βυζαντινών και Γενουατών,
ο οποίος κατέληξε στην ήττα των Βυζαντινών το 1349. Παρά την ήττα τους
οι Βυζαντινοί ενεπλάκησαν λίγο αργότερα στο Βενετογενουατικό
πόλεμο για το εμπόριο της Μαύρης Θάλασσας (1351). Ο Ιωάννης Στ'
επιφυλακτικός στην αρχή τάχτηκε τελικά με το μέρος της Βενετίας, την
οποία υποστήριζε επίσης ο
Πέτρος,
βασιλιάς της Αραγωνίας. Η ναυμαχία που
έγινε στις 13 Φεβρουαρίου 1352 δεν ανέδειξε νικητή και
οδήγησε στη σύναψη ειρήνης μεταξύ Βενετών και Γενουατών. Στη συνέχεια,
οι Βενετοί με τους Αραγώνες αποσύρθηκαν και ο Καντακουζηνός εγκαταλειμμένος
από τους συμμάχους του αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει με τους Γενουάτες
το Μάιο του 1352. Η ανάμιξη του Ιωάννη Στ' στο Βενετογενουατικό πόλεμο
όχι μόνο προκάλεσε νέες απώλειες και ήττες στους Βυζαντινούς, αλλά
έγινε επιπλέον αφορμή για νέες συγκρούσεις μεταξύ του πρεσβύτερου και
του νεότερου αυτοκράτορα
Ιωάννη Ε'.
|