ΕΝΟΤΗΤΑ VIII
Μαζί...

Πολιτικο-οικονομικές και θρησκευτικές συμμαχίες
Η σύναψη πολιτικο-οικονομικών συμμαχιών, που κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια είναι κυρίως θρησκευτικού χαρακτήρα, είναι έκδηλη στα νομίσματα. Αυτό συμβαίνει διότι οι εκδίδουσες αρχές-μέλη της συμμαχίας -την οποία πολλές φορές δε γνωρίζουμε από ιστορικά κείμενα- κόβουν νομίσματα είτε στην πόλη του Κοινού είτε σε διάφορα νομισματοκοπεία με κοινή ονομαστική αξία, δηλαδή κοινό σταθμητικό κανόνα (βάρος) και κοινούς τύπους (εικονογραφία). Τα νομίσματα κάθε εκδίδουσας αρχής αναγνωρίζονται και διαφοροποιούνται από το εθνικό (το όνομα της πόλης), τα σύμβολα και τα ονόματα των αρχόντων που ήταν υπεύθυνοι για την κοπή.

Κιστοφορικά τετράδραχμα
Η ονομασία των κιστοφορικών νομισμάτων, που προέρχεται από επιγραφές, οφείλεται στον εμπροσθότυπο του νομίσματος, τη διονυσιακή μυστική κύστη απ’ όπου βγαίνει ένας όφις. Στον οπισθότυπο απεικονίζονται δύο όφεις έχοντας ανάμεσά τους έναν γωρυτό (θήκη για τα βέλη). Κάθε εκδίδουσα αρχή αναγνωρίζεται από τα αρχικά κάθε πόλης καθώς και τα σύμβολα ή μονογράμματα των αρχόντων που είναι υπεύθυνοι για την κοπή.

Τα κιστοφορικά νομίσματα κυκλοφόρησαν ευρέως στη δυτική Μικρά Ασία από το 200 π.Χ. έως τα μέσα του 1ου αι. π.Χ. Τα πρώτα νομίσματα πρέπει να τα εξέδωσε η Έφεσος λίγο πριν από το 200 π.Χ. και αμέσως μετά η Πέργαμος, με βάρος περί τα 12,50 γραμμ. Πολύ γρήγορα αυτό το νόμισμα έγινε αποδεκτό από πολλές πόλεις της Ασίας, οι οποίες άρχισαν να το εκδίδουν με τους ίδιους τύπους. Οι πόλεις που εξέδωσαν κιστοφορικά νομίσματα, εκτός από την Έφεσο και την Πέργαμο, ήταν οι εξής: Αδραμύττειον της Μυσίας, Σμύρνη Ιωνίας, Απολλωνίς, Θυάτειρα, Νύσα, Σάρδεις, Στρατονίκεια επί του Καΐκου και Τράλλεις της Λυδίας, Απάμεια, Λαοδίκεια και Σύνναδα της Φρυγίας, αλλά και η Κρήτη.

Παμφυλία, 'Ασπενδος
Η σύναψη εμπορικών συμφωνιών -η οποία δεν αναφέρεται από τις πηγές- αλλά και η ύπαρξη πολιτισμικής συνάφειας διαφαίνονται από τη νομισματοκοπία της Ασπένδου στην Παμφυλία και της Σέλγης και της Έτεννας στην Πισιδία. Πρώτη η ελληνική πόλη Άσπενδος, περί το 500 π.Χ., εξέδωσε στατήρες, αργυρό νόμισμα με βάρος σύμφωνο με τον περσικό σταθμητικό κανόνα, περίπου 11 γραμμάρια. Περί το 400 π.Χ. η Άσπενδος, που είχε ως τύπους στον εμπροσθότυπο έναν οπλίτη και στον οπισθότυπο ένα τρισκελές, άλλαξε εικονογραφία και απεικόνισε στον εμπροσθότυπο δύο παλαιστές και στον οπισθότυπο έναν σφενδονιστή. Η πισιδική Σέλγη, όταν άρχισε να εκδίδει νομίσματα, περί το 370 π.Χ., οικειοποιήθηκε τους ίδιους τύπους και τον ίδιο σταθμητικό κανόνα. Λίγο αργότερα ακολούθησε η Έτεννα το παράδειγμά της. Η Σέλγη ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της Πισιδίας και βρισκόταν στην κοιλάδα του πλωτού ποταμού Ευρυμέδοντα, του οποίου οι εκβολές ήταν στην Άσπενδο.

Κοινόν Λυκίας
Η Λυκία, που ήταν υπό περσική κυριαρχία, από τις απαρχές της νομισματοκοπίας της περί το 520 π.Χ. επιβεβαιώνει τις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων για την ύπαρξη Κοινού (ομοσπονδίας) των πόλεων της περιοχής. Τα νομίσματα που έκοψαν οι δυνάστες σε διάφορες πόλεις και περιοχές φέρουν σχεδόν όλα στον οπισθότυπο ένα τρισκελές. Το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι, οι οποίοι από τα μέσα του 3ου αι. π.Χ. έπαιζαν το ρόλο του διακανονιστή στη Μεσόγειο, έδωσαν στη Λυκία την αυτονομία της. Η συμμαχία των πόλεων ήταν υπό τη ρωμαϊκή αιγίδα, όπως μαρτυρούν ο Τίτος Λίβιος (45.15) και ο Πολύβιος (30.5). Η συμμαχία διαλύθηκε την εποχή του αυτοκράτορα Κλαυδίου, το 43 μ.Χ., ο οποίος προσάρτησε τη Λυκία στην επαρχία της Παμφυλίας. Τα νομίσματα που εξέδωσαν οι 22 πόλεις ήταν δραχμές και ημίδραχμα και είχαν κοινούς τύπους. Στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται ο θεός του φωτός Λύκιος Απόλλων (εθνικός θεός των Λυκίων) και στον οπισθότυπο το σύμβολό του, η λύρα, μέσα σε ελαφρώς έγκοιλο τετράγωνο. Οι δραχμές λόγω του τύπου τους ονομάζονταν κατά την αρχαιότητα κιθαρηφόροι. Η εκδίδουσα αρχή αναγνωρίζεται από τα αρχικά γράμματα κάθε πόλης, τα οποία αναγράφονται στον οπισθότυπο.

Κοινά της Ρωμαϊκής περιόδου
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο οι συμμαχίες και τα Κοινά των αυτόνομων ελληνικών πόλεων δεν είχαν πλέον λόγο ύπαρξης, αφού το ρωμαϊκό κράτος είχε ενιαία γραμμή για την οικονομία και την πολιτική. Όμως, οι ελληνικές πόλεις των ρωμαϊκών επαρχιών είχαν σχετική αυτονομία για τη διευθέτηση των εσωτερικών τους υποθέσεων και κυρίως των θρησκευτικών τους τελετουργιών. Σε αυτό το πλαίσιο έχουμε τη σύμπραξη Κοινών, όπως αυτό του Πόντου και της Βιθυνίας.

Επιλέξτε τα παρακάτω εικονίδια και ξεναγηθείτε στις ενότητες της έκθεσης.