|
|
|
Κωνσταντινούπολη
πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας διατήρησε ελάχιστα τεκμήρια
της σύντομης περιόδου της λατινικής κατοχής της (1204-1261). Γραπτές πηγές
μας πληροφορούν για την απόδοση μοναστηριών στους νέους κυριάρχους όπως
για παράδειγμα η μονή του Παντοκράτορα, ο χώρος ταφής των
Κομνηνών,
που δόθηκε
στους Βενετούς, αλλά και για τη στάση των Δυτικών απέναντι στα έργα
τέχνης και τα ιερά κειμήλια της Βασιλεύουσας.
Τα αντικείμενα αυτά μεταφέρθηκαν στη Δύση σε θησαυρούς καθεδρικών ναών και
ιδιωτικών συλλογών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα τέσσερα χάλκινα άλογα που κοσμούσαν την είσοδο
του Ιπποδρόμου και τα οποία βρίσκονται σήμερα πάνω από την είσοδο του Αγίου Μάρκου στη
Βενετία.
Ανάμεσα στις λίγες περιπτώσεις κτιρίων που υπέστησαν κάποιες αλλαγές κατά
την περίοδο αυτή είναι το λεγόμενο
Kalenderhane Camii,
το οποίο διασώζει
τοιχογραφίες με θέμα τη ζωή του Αγίου Φραγκίσκου της Ασσίζης.
Οι παραστάσεις αυτές ακολουθούν τη δυτική εικονογραφία και έχουν πιθανότατα
γίνει από κάποιο ζωγράφο της Δύσης, ο οποίος όμως γνώριζε τη βυζαντινή τέχνη και επηρεάστηκε
από αυτήν. Το ζωγραφικό αυτό σύνολο, αν και
αποσπασματικό, είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς αποτελεί ένα από τα
πρωιμότερα παραδείγματα εικονογράφησης του βίου του αγίου, ο οποίος πέθανε το 1228.
Η ψηφιδωτή σύνθεση της
Δέησης
στο νότιο υπερώο της Αγίας Σοφίας
είναι το πρώτο έργο που τοποθετείται χρονικά μετά την επανάκτηση της
Κωνσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς στα 1261.
Υπάρχει η άποψη ότι ίσως ήταν αφιέρωμα του
Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου ως έκφραση ευγνωμοσύνης για τη νίκη του και
την ανάκτηση της πόλης.
Η βαθιά αίσθηση της ανθρώπινης μορφής και μία συνειδητή ίσως
αναβίωση κλασικών προτύπων, στοιχεία που χαρακτηρίζουν το έργο,
συνδέονται πιθανώς με το γενικότερο κλίμα μετά την ανάκτηση της Πόλης.
Στην Κωνσταντινούπολη βρίσκουμε επίσης τα πρώτα δείγματα της νέας
τεχνοτροπίας που θα κυριαρχήσει στη ζωγραφική μέχρι το 1300 περίπου.
Πρόκειται για μια σειρά τοιχογραφίων στο μαρτύριο της Αγίας Ευφημίας
που παριστάνουν σκηνές από
το βίο της ομώνυμης αγίας, χρονολογούνται στη δεκαετία 1280-90 και
αποτελούν βαθμίδα στην εξέλιξη της ογκηρής τεχνοτροπίας.
Το απόγειο αυτής της τεχνοτροπίας το βρίσκουμε στο Vefa
Kilise Camii.
Στο νότιο τρούλλο του
εξωνάρθηκα
παριστάνεται στο κέντρο η Παναγία
Βρεφοκρατούσα και στα πλάγια μέρη του τρούλλου οκτώ βασιλείς προφήτες
από τον οίκο του Δαυίδ, οι οποίοι θεωρούνται πρόγονοι του Ιησού.
Πρόκειται δηλαδή για ένα θέμα της γενεαλογίας του Χριστού
που, όπως η
Ρίζα του Ιεσσαί
και άλλα ανάλογα θέματα, αποκτούν
ιδιαίτερη διάδοση την περίοδο αυτή. Οι εξαιρετικά ογκώδεις μορφές με τα φαρδιά
ενδύματα αποτελούν τυπικό παράδειγμα της λεγόμενης ογκηρής τεχνοτροπίας.
Παράλληλα, στα χρόνια μετά την ανακατάληψη της πόλης και μέχρι τα τέλη του
13ου αιώνα είναι πολύ συνηθισμένες οι επισκευές παλαιότερων μνημείων και οι προσθήκες σ' αυτά νέων κτισμάτων.
Έτσι για παράδειγμα η χήρα του
Μιχαήλ Παλαιολόγου,
η Θεοδώρα,
προσθέτει στο συγκρότημα της
Μονής Λιβός
τη νότια εκκλησία ως ταφικό ναό.
Η τάση αυτή θα συνεχιστεί και στον επόμενο αιώνα και αποτελεί
χαρακτηριστικό της νέας
αριστοκρατικής τάξης που δεν έχει τις οικονομικές δυνατότητες
για μεγάλα έργα, αλλά προσθέτει μικρής έκτασης
κτίσματα και τα διακοσμεί με ιδιαίτερη καλαισθησία.
Δες επίσης : Aνάκτηση Kωνσταντινούπολης
|