Mε την εξάπλωση όμως των καπιταλιστικών
σχέσεων παραγωγής, ως γυναικεία εργασία αναγνωρίστηκε αυτή που εντάχθηκε
στις μισθωτές σχέσεις, ενώ η άλλη, αυτή που παρεχόταν μέσα στον παραδοσιακό
γυναικείο χώρο, δεν ενέτασσε τις γυναίκες στον ενεργό πληθυσμό.
Όπως μαρτυρούν και οι απογραφές πληθυσμού που γίνονται στις αρχές του αιώνα,
ο αριθμός των γυναικών που εντάσσονται στις μισθωτές σχέσεις εργασίας αυξάνεται
σταθερά. Επαγγέλματα όπως της δασκάλας ή της υπηρέτριας εξακολουθούν να
κυριαρχούν, συγχρόνως όμως η συμμετοχή των γυναικών διευρύνεται και σε
άλλους τομείς της οκονομίας όπως στις υπηρεσίες και τη βιομηχανία. Οι γυναίκες
που μπαίνουν σ' αυτόν τον τελευταίο κλάδο είναι συνήθως μικρής ηλικίας,
κατέχουν ανειδίκευτες θέσεις απασχόλησης, η παραμονή τους είναι βραχύχρονη
και οι αμοιβές τους πολύ χαμηλές, συγκριτικά με εκείνες των αντρών· τα
ημρομίσθιά τους ήταν τα μισά από των τελευταίων.
Η είσοδός τους σ' αυτόν τον εργασιακό χώρο προσδιορίζεται και οριοθετείται
από τα κοινωνικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα της εποχής, ταυτόχρονα όμως
θεωρείται ένα σημαντικό βήμα για τη χειραφέτησή τους.
|
|