|
|
|
|
Οι επιλογές των Βαλκανικών χωρών
Στα τέλη της δεκαετίας του '30, η Βουλγαρία είχε απομακρυνθεί από το συνασπισμό των βαλκανικών χωρών. Η παραδοσιακά αναθεωρητική πολιτική της μετά το 1919-20, οι φιλοδοξίες εξόδου στο Αιγαίο και η αδυναμία του βαλκανικού συμφώνου να ενσωματώσει τη χώρα αυτή σε ένα σύστημα σεβασμού του εδαφικού status quo δεν άφηναν περιθώρια αμφιβολίας ότι η Βουλγαρία θα μεταπηδούσε πολύ εύκολα στο στρατόπεδο του 'Αξονα αντί εδαφικών ανταλλαγμάτων.
Πράγματι, στις 8 Φεβρουαρίου 1941 υπογραφόταν το γερμανοβουλγαρικό σύμφωνο
φιλίας, το οποίο προέβλεπε προώθηση της βουλγαρικής επικράτειας στη Θράκη
και την ανατολική Μακεδονία. Ένα μήνα αργότερα, στις 10 Μαρτίου, η Βουλγαρία
προσχωρούσε στο τριμερές σύμφωνο, που συνιστούσε μετεξέλιξη του Αξονα
με την προσθήκη της Ιαπωνίας.
Η Γιουγκοσλαβία αποτελούσε το μεγάλο ερωτηματικό για τη Βρετανία. Η πτώση του Stojadinovic στις αρχές του 1939 είχε φέρει στην εξουσία το Cvetkovic, ο οποίος ακολούθησε πολιτική ανοιχτών επιλογών ως τα τέλη του χειμώνα του 1941, δημιουργώντας ελπίδες ότι η Γιουγκοσλαβία θα αντιστεκόταν στη γερμανική επίθεση. Ωστόσο, με δεδομένη την αποφασιστικότητα της Γερμανίας να προχωρήσει με το σχέδιο "Marita", ο Cvetkovic προσπάθησε να αποφύγει στρατιωτική εμπλοκή της χώρας του προσεγγίζοντας το Βερολίνο. Στο πλαίσιο αυτής της λογικής, και ύστερα από έντονη γερμανική πίεση, η Γιουγκοσλαβία υπέγραψε σύμφωνο με το Reich, το οποίο τυπικά αναγνώριζε τη γιουγκοσλαβική ουδετερότητα, αλλά επέτρεπε την έλευση των γερμανικών δυνάμεων μέσα από το έδαφός της.
Όσο για την Τουρκία, παρά τις αρχικές ελπίδες του ελληνικού και του βρετανικού επιτελείου, καμιά συνδυασμένη προσπάθεια δεν έλαβε χώρα προκειμένου να προσελκυστεί η τουρκική κυβέρνηση στη λογική αντίστασης στις δυνάμεις του 'Αξονα.
|