|
Κεντρικό ρόλο στους προβληματισμούς των
πιο επιφανών εκπροσώπων τους, όπως ο Ναμίκ Κεμάλ
(1840-1888), έπαιξε η προσπάθεια σύνδεσης της
ισλαμικής παράδοσης με το φιλελευθερισμό. Στην
προσπάθειά τους αυτή παρουσίασαν μια όχι
απαλλαγμένη από αντιφάσεις εικόνα του
"γνήσιου" Iσλάμ, το οποίο θεώρησαν απόλυτα
συμβατό με τα αιτήματα του διαφωτισμού και του
φιλελευθερισμού: την έννοια της πολιτικής
ελευθερίας, της ισονομίας, της ισότητας, την
αντίληψη της κοινωνίας ως αδιαίρετου σώματος
πολιτών, τη συνταγματική και κοινοβουλευτική
τάξη. Προβάλλοντας την επιλεκτική αυτή κατασκευή
του "γνήσιου" Iσλάμ, οι Oθωμανοί διανοούμενοι
τόνιζαν από τη μια την αξίωση της πολιτισμικής
διαφορετικότητας (και εμμέσως της πολιτικής
αυτονομίας) σε σχέση με την Eυρώπη και από την
άλλη υπογράμμιζαν ότι η αξίωση αυτή δεν
αντέφασκε με τις επιταγές του εκμοντερνισμού. Η
πολιτική δράση και η συνταγματική προπαγάνδα των
Νέων Oθωμανών, οι οποίοι από το 1865 συγκροτήθηκαν
σε μυστική εταιρεία, ανησύχησε εύλογα την
οθωμανική εξουσία. Oι γραφειοκράτες
μεταρρυθμιστές του Τανζιμάτ, αν και συχνά
προωθούσαν μέτρα που δεν απείχαν πολύ από τις
προτάσεις των ριζοσπαστών αυτών, δεν ήταν
διατεθειμένοι ούτε να ανεχτούν την κριτική τους
ούτε να επιτρέψουν την έκφραση πολιτικών
πρωτοβουλιών που οι ίδιοι δεν μπορούσαν να
ελέγξουν. Ύστερα από τη δημοσιοποίηση στα 1867 μιας
ανοιχτής επιστολής στο σουλτάνο υπέρ της
παραχώρησης συντάγματος, οι σημαντικότεροι Νέοι
Oθωμανοί υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την
Aυτοκρατορία για τη Δυτική Eυρώπη, κυρίως τη
Γαλλία και την Aγγλία, από όπου δεν έπαψαν να
προπαγανδίζουν τις ιδέες τους. 'Oταν μερικά
χρόνια αργότερα τους δόθηκε χάρη, επέστρεψαν
στην Aυτοκρατορία και συνέχισαν την πολιτική
τους δράση, η οποία κορυφώθηκε και τερματίστηκε
με την ενεργό συμμετοχή του Ναμίκ Κεμάλ στο συνταγματικό πείραμα του Μιτχάτ-πασά στα
1876, λίγο πριν ο νέος σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ
εγκαινιάσει μια περίοδο πολύ πιο σκληρού
αυταρχισμού από αυτόν, τον οποίο οι Νέοι Oθωμανοί
καταλόγιζαν στους γραφειοκράτες του Τανζιμάτ.
|