λεβητοειδές κιονόκρανο: κιονόκρανο που έχει σχήμα λέβητα.
λειψανοθήκη: σκεύος που περιείχε ιερά λείψανα αγίων προσώπων ή ιερά αντικείμενα από τους 'Αγιους Tόπους.
Λεόντιος Βυζάντιος: σημαντικός θεολόγος του 6ου αιώνα, η ταυτότητα του οποίου απασχολεί έντονα τη σχετική έρευνα. Aυτό συμβαίνει γιατί την ίδια εποχή είναι γνωστοί πολλοί Λεόντιοι οι οποίοι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την πατρότητα του έργου που μας παραδόθηκε με το όνομά του, για παράδειγμα ο Λεόντιος ο Ιεροσολυμίτης, ο Λεόντιος ο Σκύθης, ο Λεόντιος ο Σχολαστικός και άλλοι.
Λέων Α': (457-474). Βυζαντινός αυτοκράτορας, γνωστός για τα ευνοϊκά οικονομικά μέτρα προς το βυζαντινό λαό και τις προσπάθειές του να εμποδίσει τις καταχρήσεις των κρατικών αξιωματούχων.
Λιβάνιος: ρήτορας και δάσκαλος, που γεννήθηκε το 314 στην Aντιόχεια και πέθανε γύρω στο 393.
Λογγοβάρδοι-βασίλειο Λογγοβάρδων: από τις σκανδιναβικές εγκαταστάσεις του το γερμανικό φύλο των Λογγοβάρδων μετακινήθηκε νοτιοδυτικά. Στο β' μισό του 6ου αιώνα οι Λογγοβάρδοι στράφηκαν κατά των βυζαντινών κτήσεων της Ιταλίας όπου και εγκαταστάθηκαν ιδρύοντας κράτος που περιλάμβανε την Τοσκάνη και τη βόρεια Ιταλία, ενώ κάποιοι μεμονωμένοι αρχηγοί τους ίδρυσαν αυτόνομες ηγεμονίες στην περιοχή του Σπολέτου και Βενεβέντου. Διατήρησαν το κράτος τους μέχρι το β' μισό του 8ου αιώνα όταν ο Καρλομάγνος ανέτρεψε τον τελευταίο λογγοβάρδο ηγεμόνα και αυτοτιτλοφορήθηκε rex Langobardorum.
|