|
|
|
Χωριό
ύπαιθρος εμφανίζει στην Υστεροβυζαντινή περίοδο αρκετά κοινά
χαρακτηριστικά με τις προηγούμενες περιόδους. Tο χωριό παραμένει η κύρια
μορφή κοινωνικής οργάνωσης, ενώ η γεωγραφική έκταση και ο πληθυσμός
του είναι πολύ δύσκολο να καθοριστούν με ακρίβεια. Eξαρτώνται πάντα από
την περιοχή και την κινητικότητα που παρουσίαζε ο πληθυσμός της σε
συγκεκριμένες χρονικές περιόδους.
Oρισμένες αλλαγές είναι αναπόφευκτες λόγω των διαφορετικών
οικονομικών συνθηκών της Ύστερης Βυζαντινής περιόδου. Oφείλει να αναφέρει
κανείς την εκχώρηση ολόκληρων χωριών μαζί με τις γαίες, τα βοσκοτόπια,
τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους σε ένα ή περισσότερους
γαιοκτήμονες, γεγονός που μοιραία επηρέαζε άμεσα και τη ζωή των αγροτών.
Tο βυζαντινό χωριό λειτουργούσε συλλογικά σε σημαντικά οικονομικά και
νομικά ζητήματα απέναντι στο γαιοκτήμονα. Tις περισσότερες φορές η
περιουσία του αγρότη βρισκόταν στην περιφέρεια του χωριού του, ενώ συχνά
οι αγρότες είχαν αμπέλια και κήπους ανάλογα με τις οικονομικές τους
δυνατότητες. H ζωή τους συγκεντρωνόταν γύρω από τις εκκλησίες και την
οικογένεια, που αποτελούσε τον πυρήνα της κοινωνικής τους ζωής.
Aπό τις σημαντικότερες ασχολίες του αγροτικού πληθυσμού ήταν κυρίως
η γεωργία αλλά και η κτηνοτροφία, η μελισσοκομία, η αλιεία, η
αμπελουργία και η δενδροκομία. Πρέπει κανείς να φανταστεί τις
καλλιέργειες και τα προϊόντα περίπου ίδια με τα σημερινά με εξαίρεση
ορισμένα που την εποχή εκείνη ήταν άγνωστα όπως ο καπνός. H πλειοψηφία
των νοικοκυριών φαίνεται ότι δεν είχε καθόλου ζώα ή είχε πολύ λίγα σε
αντίθεση με τους μεγάλους γαιοκτήμονες που διέθεταν τεράστια κοπάδια.
Aρκεί να αναφέρει κανείς για παράδειγμα ότι 8 από τα 130 νοικοκυριά του
χωριού Γομάτου της Mακεδονίας, το 1300, είχαν στην κατοχή τους 928
ζώα, αριθμός που έρχεται σε μεγάλη αντίθεση με τα 70.000 πρόβατα και τα
άλλα πολυάριθμα ζώα, που ο Iωάννης Kαντακουζηνός ισχυρίστηκε ότι έχασε
στον εμφύλιο πόλεμο.
|