Η πτώση του βαλκανικού συστήματος ασφαλείας
H ελληνική εξωτερική πολιτική δεν μπόρεσε να προασπίσει τη συνεννόηση και τις συμφωνίες που είχαν επιτευχθεί σε διάφορες φάσεις στη δεκαετία του '30 μεταξύ των βαλκανικών κρατών. Ως αποτέλεσμα, η επιδείνωση των διακρατικών σχέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η κλιμάκωση της ιδεολογικής και πολιτικής πόλωσης οδήγησαν στη σταδιακή άμβλυνση της διαβαλκανικής συνεργασίας.
Ήδη από το 1937 η Γιουγκοσλαβία είχε συνάψει σύμφωνα φιλίας με την Ιταλία και τη Βουλγαρία, τα οποία υπογράμμιζαν τη μεταστροφή της γιουγκοσλαβικής πολιτικής από τον πολυμερή χαρακτήρα του βαλκανικού συμφώνου σε διμερείς συμφωνίες.
Από την πλευρά της η Ρουμανία αισθανόμενη τον κίνδυνο της περαιτέρω γερμανικής
επέκτασης προς τη Βαλκανική, μετά την ενσωμάτωση της Αυστρίας στο Reich,
επιδίωξε το διπλωματικό άνοιγμα προς τη Γερμανία, το οποίο συνοδεύθηκε
από οικονομικές συμφωνίες το Μάρτιο του 1939. Η πολιτική προσέγγισης με
τη Γερμανία παρείχε προστασία απέναντι στις επεκτατικές βλέψεις της Σοβιετικής
Ένωσης στην περιοχή της Βεσσαραβίας, αλλά ταυτόχρονα οδήγησε σε χαλάρωση
της διαβαλκανικής συνεργασίας και αποτέλεσε πρόγευση της μελλοντικής ένταξης
της χώρας στη σφαίρα επιρροής του Αξονα υπό το καθεστώς Antonescu.
|