|
|
|
Πάροικοι: κατηγορίες
ι πάροικοι διακρίνονταν σε μορτίτες και ημισειαστές,
ανάλογα με τον τρόπο που καλλιεργούσαν τη γη και το ποσό που έδιναν στον
ιδιοκτήτη. Oι πρώτοι καλλιεργούσαν με δικά τους μέσα τη γη και έδιναν το
1/10 στον ιδιοκτήτη, ενώ οι δεύτεροι με τα μέσα που τους παρείχε ο
γαιοκτήμονας και έδιναν τα 5/10 στον ιδιοκτήτη. Στην Υστεροβυζαντινή
περίοδο έπαιρναν διάφορες επιπλέον ονομασίες ανάλογα με την περιουσία
τους, τα μερίδια γης δηλαδή που είχαν κάποιοι και των οποίων το μέγεθος
ήταν ανάλογο των ζώων που διέθεταν για την καλλιέργειά τους. Έτσι
διαμορφώθηκαν οι ακόλουθες κατηγορίες: οι διζευγαράτοι, κάτοχοι
γης που μπορούσε να καλλιεργηθεί με 2 ζευγάρια βόδια, ζευγαράτοι,
κάτοχοι γης που μπορούσε να καλλιεργηθεί με ένα ζευγάρι βόδια και
βοϊδάτοι, κάτοχοι γης που μπορούσε να καλλιεργηθεί με ένα βόδι. H
συνηθισμένη ιδιοκτησία ποίκιλλε από 100 έως 200 μόδιους περίπου, δηλαδή
από 20 έως 40 εκτάρια περίπου καλλιεργήσιμης γης. Σημαντικό ρόλο για τον
καθορισμό της έκτασης έπαιζε όμως πάντα και η αποδοτικότητα του
εδάφους. Yπάρχουν μαρτυρίες για παροίκους που
χαρακτηρίζονται ως προσκαθήμενοι ή προσκαθήμενοι πάροικοι. Eίναι
πολύ πιθανό, κατά τους ερευνητές, ότι έτσι ονομάζονταν εκείνοι που πολύ
πρόσφατα είχαν εγκατασταθεί και εκμισθώσει ένα κομμάτι γης πριν γίνουν
πάροικοι. Άλλοι θεωρούν ότι οι προσκαθήμενοι ήταν εκείνοι που ζούσαν σε
άλλη περιοχή έξω από το χωριό στο οποίο ανήκαν για φορολογικούς λόγους.
Eπίσης, συχνά αναφέρεται η ονομασία κληρικοπάροικοι που
χαρακτηρίζει τους παροίκους της εκκλησιαστικής περιουσίας.
|