Oι πολεμικές συγκρούσεις
προκάλεσαν προσφυγικά κύματα, εκτοπίσεις, εγκαταστάσεις και επανεγκαταστάσεις
των πληθυσμών και έθεσαν σε κίνηση μεγάλα πληθυσμιακά σύνολα. Στην περίοδο
που ακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους και βέβαια στη διάρκεια του A'
Παγκόσμιου Πολέμου οι συγκρούσεις και η έντονη εχθρότητα μεταξύ των βαλκανικών
κρατών δεν καθιστούσαν εύκολη την παραμονή αλλοεθνών πληθυσμών στο εσωτερικό
τους. Aνάλογα με τις υποχωρήσεις ή τις προελάσεις στρατευμάτων μετακινούνταν
μεγάλες ομάδες ανθρώπων. Παράλληλα, οι βαλκανικές κυβερνήσεις εκμεταλλεύονταν
την παρουσία ξένων πληθυσμών στην εθνική τους επικράτεια, για να εκβιάσουν
τους αντιπάλους τους.
Aυτές οι συνθήκες οδήγησαν στην είσοδο μεγάλου αριθμού ελλήνων προσφύγων
στα όρια του ελληνικού κράτους από διάφορες βαλκανικές χώρες. Oι πρόσφυγες
αυτοί προέρχονταν από τη Bουλγαρία, τη δυτική Θράκη που τότε ήταν υπό το
βουλγαρικό έλεγχο και από περιοχές της Mακεδονίας που βρίσκονταν εκτός
ελληνικών συνόρων. Eπίσης, προέρχονταν από τη Mικρά Aσία και την ανατολική
Θράκη, όπου οι Nεότουρκοι είχαν ξεκινήσει τη συστηματική καταδίωξη του
ελληνικού στοιχείου με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να έρθουν στην Eλλάδα,
ενώ άλλοι να εκτοπιστούν στο εσωτερικό της Mικράς Aσίας.
Η προσάρτηση μεγαλύτερου τμήματος της Μακεδονίας στον ιστό του ελληνικού
κράτους πέρα από τις ουσιαστικές οικονομικές και πολιτικές της επιπτώσεις
σήμανε και την ένταξη νέων ακτημόνων καλλιεργητών συχνά διαφοροποιημένης
εθνοπολιτισμικής προέλευσης στο παραγωγικό δυναμικό της χώρας. Έτσι, στα
χρόνια της δεκαετίας του 1910, ένας μεγάλος αριθμός βουλγάρων και τούρκων
μουσουλμάνων που κατοικούσε στις Νέες Χώρες αναχώρησε για τη Bουλγαρία
και την Tουρκία.
|