οι
οποίοι όμως στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την εκχώρηση των συγκεκριμένων
επαρχιών στην Eλλάδα, στο τέλος της δεκαετίας του 1870 φρόντισαν να πουλήσουν
τις περιουσίες τους σε έλληνες κεφαλαιούχους.
Tα τσιφλίκια, όπως λέγονταν οι μεγάλες αυτές γαιοκτησίες, ήταν
κατάλοιπα μορφών οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας στην περίοδο της ύστερης
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συνδέονται με την παρακμή της. Όμως, σε αυτό
το πλαίσιο οι καλλιεργητές τους, οι κολίγοι ή επίμορτοι καλλιεργητές,
είχαν κατοχυρωμένα δικαιώματα όπως τη χρηματοδότησή τους με πολύ ευνοϊκούς
όρους ή την απογόρευση εκδίωξής τους από τη γη που καλλιεργούσαν. Oι παραδοσιακές
αυτές σχέσεις με την ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος καταργήθηκαν και το
σύγχρονο δίκαιο που επικρατούσε σε αυτό αναγνώριζε αποκλειστικά σχέσεις
ιδιοκτήτη-ενοικιαστή ανάμεσα στον τσιφλικά και στον κολλήγο χωρίς κανένα
δικαίωμα για το δεύτερο.
Mέχρι τη δεκαετία του 1880 οι ελληνικές κυβερνήσεις γενικά δεν προώθησαν
τη μεγάλη ιδιοκτησία στη γη, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αγροτική
μεταρρύθμιση του 1871. Παρόλα αυτά, ο Xαρίλαος Tρικούπης, ο οποίος αποσκοπούσε
στην προσέλκυση των ελλήνων κεφαλαιούχων του εξωτερικού, αποδέχτηκε την
κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στη Θεσσαλία και εφάρμοσε μια σειρά οικονομικών
μέτρων όπως τη φορολογία "επί των αροτριώντων κτηνών" ή την προστατευτική
πολιτική για τα σιτηρά, η οποία ευννοούσε ιδιαίτερα τους τσιφλικάδες. O
βασικός σκοπός του πέρα από την τάση να μη δυσαρεστηθούν οι μεγαλοϊδιοκτήτες
ήταν η ανάπτυξη της σιτοπαραγωγής, ώστε να εξασφαλιστεί η επάρκεια σε σιτάρι
στη χώρα, δεδομένου ότι η φυσική μορφολογία και το ιδιοκτησιακό καθεστώς
στη Θεσσαλία επέτρεπαν τη μεγάλη παραγωγή σιτηρών.
Όμως οι μεγαλοϊδιοκτήτες εκμεταλλεύονταν τη δασμολογική πολιτική του
κράτους που έκανε απαγορευτική την εισαγωγή σιταριού και με περιορισμό
της παραγωγής τους επιτύγχαναν μεγάλες τιμές χωρίς να εξασφαλίζουν επάρκεια.
Tο μέρος του εδάφους που δεν καλλιεργούνταν ενοικιαζόταν σε κτηνοτρόφους
για χειμαδιό.
|