-
Η Θεοτόκος στην αψίδα. Η Θεοτόκος παριστάνεται καθιστή σε θρόνο με τον μικρό Ιησού στην αγκαλιά της. Η υπόλοιπη αψίδα καλύπτεται με χρυσές ψηφίδες. Περιμετρικά υπάρχει φυτικός διάκοσμος (εικόνα 43). Η σύνθεση συμπληρώνεται με δύο σεβίζοντες αγγέλους (εικόνα 44) που βρίσκονται στο κάτω μέρος της καμάρας του ιερού (ο ένας από αυτούς πολύ κατεστραμμένος). Σώζεται τμήμα της κτητορικής επιγραφής που αναφέρει δύο αυτοκράτορες. Για την χρονολόγηση υπάρχουν πολλές απόψεις. Η εικόνα της Θεοτόκου, κατά μια εκδοχή, είναι αυτή που ο Πατριάρχης Φώτιος αναφέρει σε ομιλία του 867μΧ, ότι είχε μόλις πριν από λίγο κατασκευαστεί. Ωστόσο υπάρχουν αμφιβολίες για το τελευταίο, γιατί ο Φώτιος μιλάει για ζωγραφική. Άλλοι μελετητές υποστήριξαν ότι το ψηφιδωτό κατασκευάστηκε κατά το εικονόφιλο μεσοδιάστημα 787-815, κατόπιν καλύφθηκε από τους εικονομάχους, ξεχάστηκε, επιζωγραφίστηκε και με τους φοβερούς σεισμούς του 1343 κα 1348 αποκαλύφθηκε και συντηρήθηκε. Το ψηφιδωτό παρέμεινε σε θέα έως τουλάχιστον το 1750, καλύφθηκε και αποκαλύφθηκε ξανά στις εργασίες της δεκαετίας του 1930. Ο φυτικός διάκοσμος ανήκει στην αρχική Ιουστινιάνεια διακόσμηση.
-
Αρχάγγελοι στο ανατολικό τόξο. Σώζεται καλλίτερα ο αρχάγγελος Γαβριήλ στα αριστερά της Θεοτόκου (εικόνα 45), ενώ από τον αρχάγγελο Μιχαήλ έχουν διασωθεί μόνο ελάχιστα τμήματα (εικόνα 46). Κατασκευάστηκαν συγχρόνως με την κεντρική παράσταση της Θεοτόκου στην αψίδα.
-
Οι αυτοκράτορες στην νοτιοδυτική πρόσβαση (εικόνα 47). Η Θεοτόκος παρουσιάζεται ένθρονη με τον μικρό Ιησού στην αγκαλιά της σε χρυσό φόντο. Εκατέρωθεν της στέκονται ο Κωνσταντίνος, ο οποίος προσφέρει την Κωνσταντινούπολη και ο Ιουστινιανός, ο οποίος προσφέρει ομοίωμα της Αγίας Σοφίας. Επιγραφές καθορίζουν ποια είναι ακριβώς τα πρόσωπα αυτά. Το μωσαϊκό φωτίζεται επαρκώς από φεγγίτη ακριβώς απέναντι. Η χρονολόγηση του είναι αμφίβολη με τους μελετητές να συγκλίνουν σε μια χρονολογία στα τέλη του 10ου αιώνα αρχές του 11ου.
-
Ο αυτοκράτωρ Λέων πάνω από την Βασίλειο Πύλη. (εικόνα 48) Αντικατέστησε παλαιότερο μωσαϊκό της Ιουστινιάνειας περιόδου πιθανόν ένα μεγάλο σταυρό. Εμφανίζεται ο Χριστός ένθρονος, στα δεξιά του οποίου βρίσκεται γονατιστός γενειοφόρος αυτοκράτωρ, κατά πάσαν πιθανότητα ο Λέων VI. Σε μετάλλιο εμφανίζονται η Θεοτόκος και άγγελος. Η παράσταση μπορεί να χρονολογηθεί για στιλιστικούς λόγους στις αρχές του 10ου αιώνα. Ιστορικά μπορεί να συνδεθεί με την μετάνοια του Λέοντος VI λόγω του τέταρτου γάμου του και πιθανότατα έγινε μετά τον θάνατό του κατόπιν εντολής του Πατριάρχη Νικόλαου Μυστικού.
-
Ο αυτοκράτωρ Αλέξανδρος. (εικόνα 49) Βρίσκεται στα βορειοδυτικά υπερώα. Ο αυτοκράτωρ παριστάνεται σε εμπρόσθια θέση ντυμένος με αυτοκρατορικά φορέματα. Επειδή ο Αλέξανδρος βασίλεψε για δεκατρείς μήνες από τις 11/5/912 έως τις 6/6/913, το πορτρέτο του τοποθετείται στο μεσοδιάστημα αυτό.
-
Επίσκοποι και προφήτες στα τύμπανα των τόξων. Τα τύμπανα είναι οι μοναδικές επίπεδες επιφάνειες του ναού. Σε αυτές υπήρχαν αρχικά δεκατέσσερις επίσκοποι στο κάτω μέρος, δώδεκα ελάσσονες προφήτες και τέσσερεις μείζονες στις άκρες και πιθανόν άγγελοι στο άνω μέρος, συνολικά δεκαοκτώ πρόσωπα σε κάθε τύμπανο (εικόνες 50 και 51). Όλες οι μορφές κατασκευάστηκαν την ίδια περίοδο πιθανόν κατά την βασιλεία του Βασίλειου I δηλαδή τον 9ο αιώνα.
-
Κωνσταντίνος και Ζωή στο νότιο υπερώο (αριστερά του παραθύρου) (εικόνες 52, 53 και 54). Παρουσιάζεται ο Χριστός στη μέση ένθρονος δεξιά η αυτοκράτειρα Ζωή και αριστερά ο Κωνσταντίνος IX Μονομάχος που προσφέρει το αποκόμπιον (χρήματα). Και τα τρία κεφάλια έχουν προφανώς αντικατασταθεί. Η Ζωή παντρεύτηκε τρεις άνδρες τον Ρωμανό Αργυρό (1028-134), τον Μιχαήλ IV τον Παφλαγόνα (1034-1041) και τον Κωνσταντίνο IX (1042-155) και παρουσιάζεται εδώ σε νεαρή ηλικία. Το ψηφιδωτό πιθανότατα χρονολογείται την εποχή του Ρωμανού Αργυρού το κεφάλι του οποίου αντικαταστάθηκε με το σημερινό.
-
Κομνηνοί στον νότιο υπερώο (δεξιά του παραθύρου). (εικόνα 55, 56 και 57) Παρουσιάζεται η Παναγία ένθρονη με τον Χριστό αγκαλιά, αριστερά ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Κομνηνός, που κρατεί αποκόμπιον και δεξιά η σύζυγος του Ειρήνη (κόρη του Λαδισλάς της Ουγγαρίας). Στον νότιο τοίχο εμφανίζεται ο Αλέξιος γιος των δυο. Διαφορές ανάμεσα στα πορτραίτα δεν υπάρχουν. Πιθανότατα κατασκευάστηκαν συγχρόνως ή σχεδόν συγχρόνως κατά την ανάρρηση του Αλέξιου ως συναυτοκράτορα στο θρόνο το 1122.
-
Εξαπτέρυγα σεραφείμ στα σφαιρικά τρίγωνα. (εικόνα 58) Μόνο τα δύο ανατολικά είναι ψηφιδωτά, τα άλλα δυο ζωγραφιστήκαν κατ’ αναλογίαν στις επισκευές του 1848 από τους αδερφούς Fossati. Τα σεραφείμ ήταν ορατά έως τον 18ο αιώνα και καταγραφτήκαν από τους περιηγητές.
-
Ανεικονικός διάκοσμος στον νάρθηκα. Διασώζεται σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό πάνω από τις μαρμάρινες κορνίζες και έχει συμπληρωθεί με χρώμα τον 19ο αιώνα (Fossati). Αποτελείται κυρίως από σταυρούς και ανεικονικές συνθέσεις με άνθη. Μπορεί να χρονολογηθεί στην αρχική, Ιουστινιάνεια κατασκευή του ναού και αποτελεί ένα μοναδικό σύνολο από το οποίο μπορούμε να καταλάβουμε πως ήταν αρχικά διακοσμημένος ο ναός (οι παραστάσεις προστεθήκαν μετά τον 9ο αιώνα). Στον νάρθηκα οι ανεικονικές παραστάσεις είναι σχεδόν πλήρεις. (εικόνα 59).
-
Δέηση στο νότιο υπερώο. (εικόνες 60, 61 και 62) Το ωραιότερο κατά πολλούς ψηφιδωτό του ναού. Βρίσκεται στον δυτικό τοίχο του νότιου υπερώου στο ύψος των ματιών. Στη μέση στέκεται ο Χριστός ένθρονος, στα δεξιά του η Θεοτόκος και στα αριστερά του ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Το κάτω μέρος είναι κατεστραμμένο, αλλά το αρχικό ύψος των προσώπων θα ήταν περίπου 4,00μ. Ο Χριστός ευλογεί και από τα χαρακτηριστικά του προβάλλει η εσωτερική ειρήνη. Η Θεοτόκος γέρνει ελαφρά το κεφάλι γεμάτη χάρη προς το μέρος του Υιού της, ενώ ο Ιωάννης κοιτάει προς το μέρος τους με αυστηρότητα. Το ολόχρυσο φόντο φωτίζει τα πρόσωπα με εσωτερικό φώς. Τα πρόσωπα του Χριστού και της Παναγίας φωτίζονται με μικρές πινελιές, ενώ του Ιωάννη με βαθύχρωμες ψηφίδες που υποδηλώνουν τους μύες κάτω από το δέρμα. Και οι δύο τεχνικές παρατηρούνται στην Αγία Σοφία, η πρώτη στο πορτρέτο του Αλέξιου Κομνηνού, ενώ η δεύτερη στα πρόσωπα των αυτοκρατόρων στην νότια είσοδο.
Η μορφή αυτή της Δέησης είναι γνωστή στην βυζαντινή τέχνη από τον 10ο αιώνα. Καμιά φορά συνδυάζεται και με αγγέλους. Η συγκεκριμένη παράσταση μπορεί να χρονολογηθεί για στιλιστικούς λόγους στο τέλους του ενδέκατου αρχές του δωδέκατου αιώνα. Εδώ έχουμε ένα πρώιμο κομνήνειο μνημείο μεγίστης σημασίας και λόγω της θέσης του, αλλά και λόγω της υψηλής του τέχνης. Ο καλλιτέχνης αποδεικνύεται κυρίαρχος της αρχιτεκτονικής ζωγραφικής και με την άψογη χρήση του φωτός και λάμψη του χρώματος φθάνει στο απόγειο της βυζαντινής τέχνης. Ο καλλιτέχνης δεν είναι γνωστός, ούτε ήθελε να τον γνωρίσουμε, αλλά με το έργο του αυτό βρίσκεται στην άνοιξη του επερχόμενου Ουμανισμού.