ΕΙΣΑΓΩΓΗ

H Πρώιμη Bυζαντινή περίοδος
  Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ταυτίζεται στην πραγματικότητα με την Ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, με επίκεντρό της την Κωνσταντινούπολη, τη "Νέα Ρώμη". Ο όρος προέρχεται από την αρχαία ελληνική αποικία Βυζάντιο (ή Βυζαντίς), την οποία επέλεξε ο Κωνσταντίνος Α' (307-337) ως τη νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας και τη μετονόμασε σε Κωνσταντινούπολη. Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης συνήθως αποκαλούνταν Βυζαντινοί, αλλά οι ίδιοι αυτοπροσδιορίζονταν, όπως και οι υπόλοιποι υπήκοοι της αυτοκρατορίας, ως Ρωμαίοι ή απλά Χριστιανοί. Η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, το 324, και η κατάκτηση της πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους, το 1453, συνιστούν δύο αυθαίρετα χρονικά σημεία που σηματοδοτούν κατά πρόσφορο τρόπο την αρχή και το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σε όλη τη διάρκεια των έντεκα αιώνων ζωής της. Η ρωμαϊκή διοικητική παράδοση, η χριστιανική θρησκεία και η ελληνική γλώσσα διαμόρφωσαν το χαρακτήρα της αυτοκρατορίας, ενώ οι σημαντικές εδαφικές αυξομειώσεις μετέβαλαν τη γεωγραφική της έκταση.
  Η βυζαντινή ιστορία μπορεί να διαιρεθεί σε τρεις περιόδους: την Πρώιμη Bυζαντινή, τη Μεσοβυζαντινή και την Υστεροβυζαντινή. Η Πρωτοβυζαντινή μπορεί να θεωρηθεί ότι εκτείνεται μέχρι τα μέσα περίπου του 7ου αιώνα, οπότε σημειώνεται η άνοδος του Ισλάμ και η οριστική εγκατάσταση των Αράβων κατά μήκος των ανατολικών και νότιων παραλίων της Μεσογείου. Η Μεσοβυζαντινή καλύπτει την περίοδο μέχρι την κατάληψη της Μικράς Ασίας από τους Σελτζούκους Τούρκους, στη δεκαετία του 1070, ή έως την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, το 1204. Η Υστεροβυζαντινή, τέλος, εκτείνεται μέχρι το 1453.
  Η Πρώιμη Βυζαντινή Αυτοκρατορία (4ος έως 7ος αιώνας) περιλάμβανε σε μεγάλο βαθμό τα εδάφη της Ύστερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και συνέχιζε τη διοικητική δομή της. Όμως, η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης στα στενά του Βοσπόρου, εγκαινίασε μία στροφή προς ανατολάς, που διευκόλυνε τη μετέπειτα απόσχιση των δυτικών επαρχιών. Μέχρι τον 6ο αιώνα, βάρβαρα φύλα είχαν εισβάλει στο μεγαλύτερο μέρος των δυτικών επαρχιών. Η Ρώμη είχε ήδη λεηλατηθεί δύο φορές (410 και 455) και είχε αντικατασταθεί από τη Ραβένα ως πρωτεύουσα του Οστρογοτθικού βασιλείου (476).
  Το διάταγμα περί ανεξιθρησκείας του 313 και στη συνέχεια η υιοθέτηση του Χριστιανισμού από τους περισσότερους ρωμαίους αυτοκρατόρες έπαιξαν εξίσου σημαντικό ρόλο. Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε γύρω από τη Μεσόγειο, αποκτώντας πολυπλοκότητα, δύναμη και υποκαθιστώντας σταδιακά την ειδωλολατρική θρησκεία. Στον 4ο και 5ο αιώνα εμφανίστηκαν νέες μορφές έκφρασης στην τέχνη, οι οποίες κατά την ώριμη φάση τους, τον 6ο αιώνα, απέδωσαν έργα και μνημεία αρκετά διαφοροποιημένα από τα ρωμαϊκά τους πρότυπα.