Πολεοδομικός σχεδιασμός στην Πρώιμη Bυζαντινή περίοδο
Στους
Πρώιμους Bυζαντινούς χρόνους, οι πόλεις ήταν διοικητικά, οικονομικά
και πολιτιστικά κέντρα και διέθεταν το μνημειώδες κοσμικό
περιβάλλον που θεωρούνταν απαραίτητο στοιχείο της πολιτισμένης
ζωής. Η αρχιτεκτονική εικόνα της πόλης στους Πρώιμους Bυζαντινούς
χρόνους ήταν αντίστοιχη με εκείνη μίας τυπικής ρωμαϊκής πόλης. Ήταν συνήθως περιτειχισμένη
και διαταγμένη ανάλογα με τη διαμόρφωση του εδάφους. Φαρδείς
δρόμοι τέμνονταν κάθετα και τις δύο βασικές λεωφόρους, την cardo
και την
decumanus οδό, συχνά πλαισίωναν
στοές με καταστήματα
και κοσμούσαν
θριαμβευτικές αψίδες στις
διασταυρώσεις τους.
Τα αποκαλούμενα Βυζαντινά Καταστήματα
στις Σάρδεις μαρτυρούν την παρουσία ενός δρόμου με
στοές στην πολεοδομικό ιστό
των πρώιμων βυζαντινών πόλεων. Παρόμοια κτήρια και η ζωηρή
δραστηριότητα που στέγαζαν έχουν απαθανατιστεί με τις καθημερινές
σκηνές του δρόμου στο ψηφιδωτό της Μεγαλοψυχίας στην Αντιόχεια.
Τα θρησκευτικά και δημόσια συγκροτήματα ήταν διαταγμένα γύρω
από ανοιχτές πλατείες. Λουτρά, θέατρα και, σε μεγαλύτερες
πόλεις, ιππόδρομοι παρείχαν ψυχαγωγία. Μνημειώδεις κρήνες,
αγάλματα και ζωγραφικοί πίνακες κοσμούσαν τα δημόσια κτήρια
και τις πλατείες. Οι βασικές ανάγκες εξυπηρετούνταν από υδραγωγεία,
κινστέρνες και σιταποθήκες, ενώ εκτεταμένα κοιμητήρια, μονές
και επαύλεις απλώνονταν έξω από τα τείχη της πόλης.
Σταδιακά, θαυμάσιες εκκλησίες σηματοδότησαν τη μετάβαση από
την ειδωλολατρική στη χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και
σημάδεψαν το αστικό τοπίο. Στην αναπαράσταση της Ιερουσαλήμ στο
ψηφιδωτό δάπεδο-χάρτη της Μήδαβα (Madaba) αποδίδεται γραφικά η σημασία των
ναών, με το ναό του Παναγίου Τάφου, τη Νέα Εκκλησία και αρκετές άλλες
να απεικονίζονται με σαφήνεια.
Η αυτοκρατορία των Πρώιμων Bυζαντινών χρόνων αποτελούνταν από ένα σύνολο πόλεων, οι περισσότερες από τις οποίες είχαν ιδρυθεί κατά τους προχριστιανικούς χρόνους. Η Κωνσταντινούπολη εξελίχτηκε από μία μικρή πόλη την εποχή του Σεπτίμιου Σεβήρου σε μία τεράστια και μεγαλόπρεπη αυτοκρατορική πρωτεύουσα. Η Έφεσος, οι Σάρδεις και η Αντιόχεια ήταν αρχαίες και ακμάζουσες επαρχιακές πόλεις. Λιγότερες είναι οι περιπτώσεις πόλεων που χτίστηκαν στους Πρώιμους Bυζαντινούς χρόνους σε περιοχές όπου δεν προϋπήρχαν σημαντικοί οικισμοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τέτοιου είδους τεχνητές κατασκευές, που υπήρξαν βραχύβιες, είναι για τον 6ο αιώνα η Ιουστινιανή Πρώτη (Caricin Grad). Το παλιό πολεοδομικό σχέδιο προσαρμόστηκε στις απαιτήσεις των καιρών: δεν είχε δημόσια κτήρια παραδοσιακού τύπου ή χώρους ψυχαγωγίας, δέσπoζαν όμως οι μεγάλες εκκλησίες.
Η αστική ζωή εξακολουθούσε να διατηρεί το δυναμισμό της στους Πρώιμους Bυζαντινούς χρόνους, με τα δημόσια έργα και τις υπηρεσίες να διατηρούνται και να ανακαινίζονται χάρη στην αυτοκρατορική και την ιδιωτική πρωτοβουλία. Τον 6ο αιώνα, όμως, η παλιά αστική τάξη έτεινε να εκλείψει. Οι ανοιχτοί χώροι σταδιακά γέμισαν με ευτελείς εμπορικές κατασκευές, όπως στην Ιουστινιανή Πρώτη. Παραπήγματα υψώθηκαν στα διάκενα των κιονοστοιχιών στην Έφεσο και τις Σάρδεις. Τα κτήρια επεκτάθηκαν στους δρόμους, προσαρμόστηκαν σε νέες χρήσεις ή απλά αφέθηκαν ερειπωμένα. Οι φυσικές καταστροφές, οι βαρβαρικές εισβολές και η παρακμή των δημόσιων θεσμών επιτάχυνε την παρακμή των ανατολικών πόλεων. Οι επαγγελματικές δραστηριότητες απόκτησαν ποικιλομορφία, οι τεχνίτες μετακινούνταν από την περιφέρεια στο κέντρο των πόλεων και ο έντονος αγροτικός χαρακτήρας επιβεβαιώνεται από τη φύλαξη των ζώων εντός των κατοικιών.
|